Music
Corner: Αγάθωνα πως ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική και ιδιαίτερα
με τα ρεμπέτικα;
Αγάθωνας Ιακωβίδης: Με τη μουσική
ξεκίνησα να ασχολούμαι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ακούγοντας.
Είναι μεγάλη τέχνη να ξέρεις να ακούς. Όλος ο κόσμος ξέρει να ακούει,
αλλά έχει σημασία ποιος πιάνει τις λεπτομέρειες. Από κει ξεχωρίζει ο
μουσικός από έναν άλλο άνθρωπο. Ήξερα από μικρός ότι θα γίνω μουσικός.
Γι' αυτό παράτησα τα πάντα κάποια στιγμή. Τελείωσα την τρίτη γυμνασίου
πήγα στην ...τετάρτη ένα μήνα και έφυγα! Μετάνιωσα όχι γιατί παράτησα
το σχολείο, αλλά γιατί έχασα κάποια χρόνια που δεν θα πεινούσα σαν φοιτητής
αφού θα είχα το άλλοθι να με ταΐζει ο πατέρας μου και θα είχα και ένα
χαρτί να το δείχνω... Δεν μετάνιωσα όμως που έγινα μουσικός.
MC:
Έχεις γεννηθεί στην Θεσσαλονίκη...
Αγ.: Ναι σε ένα χωριό της Θεσσαλονίκης,
στην επαρχία Λαγκαδά...
MC:
Οι γονείς σου είχαν σχέση με τη μουσική;
Αγ.: Ναι και ο πατέρας μου και η
μητέρα μου, αλλά και άλλοι από τον ευρύτερο οικογενειακό μου κύκλο τραγουδούσαν
σωστά. Εγώ τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα με ποδόσφαιρο και
μπουζούκι. Άκουγα στο τρανζίστορ τα τραγούδια της εποχής. Τότε
δεν υπήρχαν και πολλοί σταθμοί, ήταν δύο στην Αθήνα και ένας στη Θεσσαλονίκη.
Άκουγα λοιπόν λαϊκά τραγούδια του Τσιτσάνη, του Χιώτη, του Βαμβακάρη,
του Παπαϊωάννου. Ήξερα τις ώρες που έπαιζαν μουσική και άκουγα πάντα.
Τα είχα μάθει απ' έξω. Με τέτοια τραγούδια μεγάλωσα και ήξερα να ξεχωρίζω
ποιος τραγουδάει καλά και ποιος όχι. Ήξερα ότι ο Καζαντζίδης τραγουδάει
πιο καλά από τον Ζαγοραίο, απλώς δεν μπορούσα να το αιτιολογήσω αυτό
γιατί ακόμη δεν είχα εμβαθύνει στη μουσική.
MC:
Και μετά ήρθε η ώρα του μπουζουκιού;
Αγ.: Όχι. Έφυγα από το χωριό, παράτησα
το γυμνάσιο, κατέβηκα στη Θεσσαλονίκη και πήγα να δουλέψω με κάποιο
θείο μου σε μια βιοτεχνία. Τότε ξεκίνησα να πηγαίνω στις μπουάτ
της Θεσσαλονίκης. Υπήρχε μια μπουάτ στο Λευκό Πύργο, όπου άρχισα να
πηγαίνω σαν ακροατής. Τραγουδούσα κι εγώ από κάτω με τον υπόλοιπο κόσμο.
Κάποια στιγμή άρχισαν οι μουσικοί να με καλούν πάνω στη σκηνή να τραγουδάω
μαζί τους. Λίγο καιρό αργότερα μου έκαναν πρόταση να τραγουδάω σε σταθερή
βάση μαζί τους. Έτσι ξεκίνησα, πήρα μάλιστα και μια κιθάρα και άρχισα
μόνος μου να μαθαίνω να παίζω. Έμαθα πολύ γρήγορα κάποια ακόρντα και
μπορούσα να παίξω ορισμένα απλά τραγούδια. Ξέρεις εκείνο το καιρό ρωτούσες
αυτούς που ήξεραν μουσική και απέφευγαν να σου μάθουν τα μυστικά. Γι'
αυτό λέω συχνά πως δεν χρωστάω σε κανέναν, παρά μόνο σε έναν άνθρωπο
που μου έδειξε κάποια πράγματα και με βοήθησε να προχωρήσω. Είχα ήδη
ξεκινήσει να εργάζομαι σε επαγγελματική βάση, δούλευα και θυμάμαι έπαιρνα
ένα πενηντάρικο, το οποίο φυσικά δεν έφτανε για να ζήσω και έτσι
δούλευα και σε οικοδομές. Βέβαια κάποια στιγμή καθιερώθηκα και μπορώ
να σου πω πως έγινα το πρώτο όνομα στις μπουάτ της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα
πρώτος εγώ καθιέρωσα να παίζονται ρεμπέτικα την τελευταία ώρα
του προγράμματος. Αυτό έγινε από το 1974 και πλέον μπορούσα να ζήσω
αποκλειστικά από το τραγούδι. Μετά πήγα φαντάρος, το 1975 και όταν απολύθηκα
από το στρατό με είχαν ξεχάσει οι πάντες! Μέσα σε 2,5 χρόνια είχαν αλλάξει
τα πάντα. Στα μαγαζιά είχαν αλλάξει τα πρόσωπα, οι καταστάσεις, όλα...
Αναγκάζομαι λοιπόν να δουλέψω σαν αλλαντοποιός! Στη συνέχεια πήρα ένα
μπαγλαμά και άρχισα να μαθαίνω. Αναζητούσα ένα μπουζουξή και
ένα κιθαρίστα για να κάνουμε ομάδα. Συνεργάστηκα τελικά με τον Λάζαρο
Χαριτίδη και με τον Γιώργο Δαμκατζόγλου που τώρα παίζει με
τους Χειμερινούς Κολυμβητές. Κάναμε συγκρότημα, το Ρεμπέτικο
Συγκρότημα της Θεσσαλονίκης. Αργότερα τον Δαμκατζόγλου αντικατέστησε
ο Λάζαρος Κουταλίδης, ενώ στην παρέα μπήκε και ο Θανάσης
ο Τσακμάκας. Το 1980 μας κάλεσαν να παίξουμε με την Ρεμπέτικη
Κομπανία του Κοντογιάννη, στις Γιορτές Ελληνικού Παραδοσιακού
τραγουδιού που διοργάνωνε στα Ανώγεια της Κρήτης ο Μάνος Χατζιδάκις.
Κάναμε μία φοβερή συναυλία με πολύ δύσκολα τραγούδια. Τα ακούω σήμερα
γιατί τα είχαμε ηχογραφήσει σε κασέτα και δεν πιστεύω ότι τα είχα καταφέρει
να τα πω εγώ! Μας άκουσαν από την Music Box, που ήταν από τις
κορυφαίες δισκογραφικές εκείνης της εποχής. Μας βρήκαν και μας κάλεσαν
στην Αθήνα να κάνουμε συμβόλαιο. Πήγαμε, υπογράψαμε και βάλαμε μάλιστα
όρο από τον πρώτο δίσκο να μην ανακατευθεί η εταιρεία στην επιλογή των
τραγουδιών. Θέλαμε απόλυτη ελευθερία επιλογής και καταφέραμε να την
έχουμε. Έτσι έγινε ο πρώτος δίσκος που πήρε και πολύ καλές κριτικές
από τα δύο μουσικά περιοδικά της εποχής, "Μουσική" και "Ήχος".
Ο "Ήχος" έκανε πολύ καλή κριτική, ενώ η "Μουσική"
με έβγαλε εμένα προσωπικά απαράδεκτο! Δεν μου βρήκε κανένα θετικό στοιχείο!
Αργότερα μας κάλεσαν σε μια μεγάλη συναυλία στον Λυκαβηττό και
μάλιστα μας έδωσαν 45 λεπτά χρόνο, περισσότερο χρόνο είχαν μόνο ο Γαβαλάς
και η Γλυκερία! Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκα με μεγάλους μουσικούς,
όπως τον Λάζαρο Κουλαξίζη, τον Κώστα Παπαδόπουλο, τον Κυριάκο Κωστούλα,
τον βιολιτζή Αλέκο Αραπάκη, τον Νίκο Φιλιππίδη, τον Χατζόπουλο, τον
Σούκα και άλλους. Έπαιξα με τους κορυφαίους. Πρόσφατα έκανα και ένα
δημοτικό δίσκο, τα "δημώδη άσματα" και πέρασα και στα
δημοτικά τραγούδια.
MC:
Θα ενέτασσες τον εαυτό σου σε χώρο περισσότερο δημοτικό, ρεμπέτικο ή
έντεχνο;
Αγ.: Ρεμπέτικο και δημοτικό.
Αυτά τα δύο είδη μουσικής εγώ τα θεωρώ αδέλφια. Για μένα η ελληνική
λαϊκή μουσική
διαχωρίστηκε κάποια στιγμή. Το ρεμπέτικο έγινε το τραγούδι της πόλης
και το δημοτικό της υπαίθρου. Για μένα ουσιαστικά είναι το ίδιο πράγμα.
Και το αιτιολογώ ως εξής. Οι ίδιοι άνθρωποι έπαιζαν και τραγουδούσαν
τα ρεμπέτικα και τα δημοτικά. Ο Αραπάκης, ο Παπασιδέρης, η Ρόζα, η Ρίτα,
ο Ρούκουνας, όλοι τραγούδησαν και διακρίθηκαν και στα δύο είδη. Κι εγώ
τα θεωρώ ταυτόσημα είδη, τραγουδάω και τα δύο, έστω κι αν η βάση μου
είναι το ρεμπέτικο.
MC:
Έχεις συνεργαστεί τελευταία δισκογραφικά με τον Μπάμπη Γκολέ, τον Μπάμπη
Τσέρτο και την Γλυκερία. Με αυτούς τους ανθρώπους σε συνδέει κάτι όσον
αφορά τη μουσική άποψη; Φαίνεται να υπάρχει μουσική σχέση ανάμεσά σας.
Αγ.: Βεβαίως. Πρώτα απ' όλα είμαστε
φίλοι μα και καλοί συνάδελφοι. Η Γλυκερία βέβαια έχει πει κι
άλλα πράγματα, αλλά αυτό δεν μας πειράζει καθόλου. Τη Γλυκερία την αγαπώ
πάρα πολύ, γνωριζόμαστε και είμαστε φίλοι από το 1981, όπως και με τον
σύζυγό της τον Στέλιο Φωτιάδη. Συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά
πρόπερσι στο Χάραμα και μετά κάναμε και κάποιες συναυλίες. Είναι πολύ
καλή τραγουδίστρια, όπως και η Ελένη Βιτάλη που είμαστε τώρα
μαζί στις Γραμμές.
MC:
Η συνεργασία σου στις Γραμμές;
Αγ.: Για την Ελένη Βιτάλη ότι και
να πω είναι λίγο. Η γυναίκα είναι "μπαξές"! Την ξέρω από τότε
που είπε το τραγούδι στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μακάρι να συνεργαστούμε
κι άλλες φορές στο μέλλον. Η Σοφία Παπάζογλου είναι πολύ καλή
φωνή και πολύ καλό παιδί. Δικό μας παιδί από τη Θεσσαλονίκη.
MC:
Άκουσα την Βιτάλη να λέει στο πρόγραμμα στις Γραμμές ότι με τα Σμυρναίικα
που τραγουδάτε νιώθει κάθε βράδυ να επιβεβαιώνεται η καλλιτεχνική της
ταυτότητά. Νιώθεις κι εσύ έτσι;
Αγ.: Όχι, εγώ αυτό δεν το νιώθω
μόνο τώρα στις Γραμμές. Το νιώθω πάντα, διότι εγώ με αυτά ασχολούμαι
εδώ και 30 χρόνια. Η Ελένη που μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε να ασχολείται
με αυτή τη μουσική, άρχισε να νιώθει έτσι και την καταλαβαίνω απόλυτα.
MC:
Η παράδοση στις μέρες μας αποτελεί ένα φολκλόρ ή κάτι πολύ πιο σημαντικό;
Αγ.: Είναι το σημαντικότερο πράγμα
για έναν λαό η παράδοσή του. Λαοί που κόπηκαν από τις παραδόσεις τους
χάθηκαν. Ο ελληνικός λαός είναι δυνατός και αγαπάει την παράδοσή του.
Η παράδοση είναι κάτι ζωντανό που εξελίσσεται. Παίρνοντας από
τα παλιά φτιάχνουμε τα καινούρια.
MC:
Μου κάνει εντύπωση που όσο ο κόσμος ζει εδώ στην πόλη δεν ακούει παραδοσιακή
μουσική. Όταν όμως βρίσκεται στην ύπαιθρο, στα χωριά, όπου είναι ο φυσικός
χώρος της παράδοσης, ξυπνάει μέσα του η δημοτική μουσική.
Αγ.: Μα η παραδοσιακή μουσική υπάρχει
στο DNA του Έλληνα. Ότι και να γίνει δεν πρόκειται να χαθεί. Βέβαια
όπως είπες όσο κάποιος είναι στην πόλη δεν ακούει πολλή παραδοσιακή
μουσική. Δεν φταίει όμως ο άνθρωπος, αλλά οι ρυθμοί της ζωής. Φταίνε
και τα διάφορα μέσα που προβάλλουν άλλα πράγματα, άλλες μουσικές, εύκολες
και εύπεπτες. Δηλαδή αυτό το ρυθμό των τεσσάρων τετάρτων, τον πρωτόγονο
και άγριο, τον οποίο ακούμε από τους ...βάνδαλους και τους Βησιγότθους!
Όλα αυτά τα τραγούδια που γράφονται σήμερα έχουν αυτό τον απαίσιο ρυθμό,
το "ντούκου ντούκου", πρωτόγονο σαν να είμαστε στη ζούγκλα.
Και όλοι οι τραγουδιστές που βγαίνουν ακολουθούν αυτούς τους ρυθμούς
νομίζοντας πως θα γίνουν μεγάλοι και τρανοί και θα βγάλουν λεφτά. Δεν
πα να βγάλουν. Τι μας νοιάζει εμάς; Εμάς μας φτάνουν αυτά που βγάζουμε.
Και λιγότερα να ήταν πάλι θα μας έφταναν. Ακούγοντας λοιπόν ο Έλληνας
συνέχεια αυτές τις αηδίες, τι θα κάνει; Θα ψάχνει να βρει τον Παπασιδέρη
και τον Ρούκουνα; Όταν όμως βρουν την ευκαιρία να ακούσουν παραδοσιακή
μουσική και αυτό συμβαίνει πλέον στα χωριά, δεν χάνουν την ευκαιρία.
Μη τα βλέπουμε όμως όλα μαύρα. Πρέπει να πω πως σήμερα υπάρχει και η
αντίθετη πλευρά. Βγαίνουν πολλοί καινούριοι και ικανοί παραδοσιακοί
μουσικοί. Από τότε που άρχισαν να γίνονται τα παραδοσιακά γυμνάσια και
λύκεια, προέκυψαν αρκετά νέα παιδιά με γνώσεις δημοτικής - παραδοσιακής
μουσικής.
MC:
Ζεις στη Θεσσαλονίκη και έρχεσαι και δουλεύεις εδώ.
Αγ.: Στη Θεσσαλονίκη ζω από την
Άνοιξη του 87, αφού έμεινα μια εξαετία και στην Αθήνα. Εκεί στη Θεσσαλονίκη
θα ζήσω και την υπόλοιπη ζωή μου, αλλά την Αθήνα δεν την αφήνω. Θα έρχομαι
είτε για μια συναυλία,
είτε για ολόκληρη σαιζόν. Φέτος είναι για λίγο, αφού θα είμαι στις Γραμμές
(φωτο δεξιά) μέχρι αρχές Δεκεμβρίου. Μετά όλο το σχήμα θα πάμε στη Θεσσαλονίκη
και αργότερα ίσως γυρίσουμε πάλι στην Αθήνα. Το ίδιο σχήμα, δυστυχώς
και με τον Γαϊτάνο μαζί...!
MC:
Υπάρχει διαφορά μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης, όσον αφορά τη μουσική;
Το ύφος που γράφει ο μουσικός από την Αθήνα έχει διαφορά από το ύφος
του μουσικού από τη Θεσσαλονίκη; Είναι ο αέρας της Θεσσαλονίκης αυτό
που λένε πιο "Βυζαντινός";
Αγ.: Διαφορές υπάρχουν, αλλά μη
μου μιλάς για Βυζάντιο. Την αντιπαθώ αυτή τη περίοδο της ιστορίας.
Είναι η πιο μαύρη περίοδος. Τίποτα δεν έχει προσφέρει το Βυζάντιο. Ειδικά
στη μουσική. Ότι λέγεται είναι παραμύθια της Χαλιμάς. Αφού εκείνη την
περίοδο απαγορεύτηκαν τα πάντα. Απαγορευόταν να πεις ότι είσαι Έλληνας.
Τι να βγει μέσα από αυτή τη μαύρη περίοδο;
MC:
Υπήρχαν όμως ψαλμωδίες...
Αγ.: Και τι μας νοιάζει εμάς; Εμείς
είμαστε λαός. Δεν πρέπει να μας ενδιαφέρουν οι ψαλμωδίες. Ψάχνουν για
έναν ανύπαρκτο Θεό. Υποβιβάζουν τον άνθρωπο, τον ζωοποιούν. Ότι κάποιος
μας έφτιαξε και μας χαλάει όποτε θέλει. Εγώ δεν το δέχομαι αυτό το πράγμα.
Δεν δέχομαι τροπάρια και ψαλμωδίες. Κι ας κατάγομαι από οικογένεια παπάδων
και ψαλτάδων. Μπορώ να κρίνω αν ένας ψάλτης είναι καλός, όπως ο Χαρίλαος
Ταλιαδόρος στη Θεσσαλονίκη. Μιλάμε για αηδόνι! Αλλά δεν μου αρέσουν
αυτά που λέει. Κρίνω όμως την τέχνη του. Εγώ όμως σαν τραγουδιστής έχω
την άποψη πως ή θα τραγουδάμε ή θα ψέλνουμε. Δεν μπορεί ο τραγουδιστής
να ψάλλει, ούτε και το αντίθετο. Απόδειξη το πόσο απαίσια ψάλλει ο Μανόλης
Μητσιάς αλλά και ο Πέτρος Γαϊτάνος. Απαράδεκτοι σαν ψάλτες.
Όχι βέβαια ότι είναι τίποτα ιδιαίτερο και σαν τραγουδιστές!
MC:
Βρίσκεις διαφορετικές τις παραδόσεις που υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη και
γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα;
Αγ.: Όχι, είναι θέμα των ανθρώπων
που ήρθαν από τη Μικρά Ασία και γέμισαν τις πόλεις. Οι περισσότεροι
πήγαν στη Θεσσαλονίκη και στον Πειραιά. Οι συνοικίες του Πειραιά είναι
γεμάτες Πόντιους και Μικρασιάτες, γι' αυτό και βγήκε στις γειτονιές
του το ρεμπέτικο. Η Θεσσαλονίκη δεν είχε παράδοση μεγάλη στο ρεμπέτικο.
Ο Τσιτσάνης πήγε από την Αθήνα και έμεινε στη Θεσσαλονίκη. Επίσης ανέβαινε
ο Μάρκος τα χρόνια της κατοχής, τότε που υπήρχε πολύ πείνα στην πρωτεύουσα.
Η Θεσσαλονίκη βέβαια βγάζει καλλιτέχνες, αλλά έρχονται εδώ να εργαστούν.
Και είναι λυπηρό αυτό. Δεν δουλεύει κανείς πια στη Θεσσαλονίκη. Από
το ρεμπέτικο χώρο ο Κοτρονάκος έχει πεθάνει, η Μαριώ είναι εδώ, εγώ
είμαι εδώ. Και από το άλλο είδος όμως, το "σκυλοπόκ" είναι
όλοι εδώ. Καράς, Μελάς, Τερζής, όλοι... Κανένας δεν είναι στη Θεσσαλονίκη.
Όλοι κατέβηκαν Αθήνα.
MC:
Δισκογραφικά έχεις κάτι στο νου;
Αγ.: Όχι. Δισκογραφικά έκανα το
δίσκο με τα δημοτικά, που ήταν κάτι που ήθελα από χρόνια να κάνω.
Ίσως σε μερικά
χρόνια κάνω άλλον ένα παρόμοιο δίσκο, όπου θα βάλω κάποια τραγούδια
που δεν χώρεσαν σ' αυτό το cd. Δεν προγραμματίζω τίποτα. Πάντα είμαι
έτοιμος να κάνω δίσκο όταν η εταιρεία μου μου το ζητήσει. Ότι και να
μου ζητήσουν, ακόμη και κάτι πολύ συγκεκριμένο, σε είδος μουσικής. Όπως
έκανα αφιέρωμα στον Σκαρβέλη, μπορώ να κάνω και για κάποιον άλλο, όπως
τον Σπύρο Περιστέρη που μου αρέσει κι αυτός πολύ. Ή τον Τούντα ή να
κάνω μόνο Μάρκο. Πάντως γενικά δεν είμαι και πολύ υπέρ του δίσκου. Δεν
πουλάνε πια οι δίσκοι. Ειδικά οι δικοί μας δίσκοι. Αφού δεν τους προβάλλουν
οι εταιρείες, πως να πουλήσουν; Η εταιρεία που είμαι προωθούσε τον Κόκοτα.
Τώρα ψάχνει να βρει τον καινούριο Κόκοτα, τον ...chichicken!
Δεν θα προβάλλει πάντως εμένα. Παρ' όλο που είμαι εκεί τόσα χρόνια.
Ο πρώτος δίσκος που έβγαλε η εταιρεία μου ήταν δικός μου, το 1993 τα
"Πρετεντέρια".
MC:
Όταν δεν κάνεις μουσική με τι ασχολείσαι;
Αγ.: Με πολλά πράγματα. Βλέπω ποδόσφαιρο
στην τηλεόραση, βλέπω πάρα πολλές ταινίες, αυτό είναι το "κουσούρι"
μου από μικρός. Ήταν η πιο φτηνή διασκέδαση κάποτε. Πήγαινα και έβλεπα
4 ταινίες την ημέρα για να περάσω τις ώρες μου! Πηγαίνω επίσης σε ταβέρνες
με φίλους, ασχολούμαι με το γιο μου όταν θέλει να παίξει κάτι. Πολλά...
MC:
Το βράδυ όταν παίζετε στις "Γραμμές", έχετε ένα standard πρόγραμμα
ή το διαμορφώνετε κάθε βράδυ ανάλογα με τα κέφια;
Αγ.: Ε βέβαια. Και έχουμε μερικούς
από τους κορυφαίους μουσικούς στο χώρο τους. Για παράδειγμα ο Μανόλης
ο Πάππος και ο Ανδρέας ο Παππάς στο μπουζούκι και
στα κρουστά είναι κορυφές. Ο δικός μου ο μπουζουξής, ο Ηλίας
ο Πίγκας είναι κι αυτός πολύ καλός, έχει το δικό του στυλ όταν
παίζει. Επίσης υπάρχει και ένα τμήμα της Εστουδιαντίνας, της
ορχήστρας από το Βόλο, πραγματικά πολύ καλή. Φτιάξαμε ένα πολύ
ωραίο σύνολο. Ο κάθε μουσικός όταν σολάρει είναι κάτι εκπληκτικό.
MC:
Αφήνεις δηλαδή χώρο και χρόνο στους μουσικούς να αυτοσχεδιάζουν...
Αγ.: Μα αυτοί κάνουν το πρόγραμμα.
Εγώ και στο δικό μου το σχήμα και εδώ στις "Γραμμές",
επιμένω οι μουσικοί να παίζουν πολλά ταξίμια στην αρχή του τραγουδιού
και σε κάποια ρυθμικά και στο τέλος. Αν έχεις ένα καλό μπουζουξή ή βιολιστή
ή γενικά ένα καλό μουσικό, δεν πρέπει να τον κρύβεις. Πρέπει να του
δίνεις χώρο να αυτοσχεδιάζει.
MC:
Ξέρεις αυτό μου έκανε εντύπωση σε πρόσφατη συναυλία του Νταλάρα, ο οποίος
είχε πολύ καλούς μουσικούς μαζί του, όπως τον Κοντογιάννη και τον Πάππο
κι όμως δεν άκουσα ούτε ένα σόλο από κανέναν.
Αγ.: Γι' αυτό ο Νταλάρας
θα είναι πάντα Νταλάρας και δεν πρόκειται ποτέ να γίνει τίποτα άλλο...
Είναι επιλογή του ίδιου αυτή, τι να κάνουμε. Εγώ χαίρομαι για τους μουσικούς
μου. Δεν κοιτάω μόνο τον εαυτό μου. Ο Νταλάρας είναι καλός, έχουμε συνεργαστεί
και στο παρελθόν , αλλά εγώ έχω άλλη φιλοσοφία στη δουλειά μου...
***
Oι φωτογραφίες έχουν τραβηχθεί με ψηφιακή φωτογραφική μηχανή, Olympus
C-3000 zoom
*** Απαγορεύεται η αναδημοσίευση υλικού (κειμένων ή φωτογραφιών) χωρίς
την άδεια του Music Corner.