"ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ"

"Έχω το δικαίωμα να διαβάζω την εποχή μου με τη δική μου ματιά...""

Συνέντευξη εφ' όλης της ύλης στην Κατερίνα Μαθιουδάκη
Φωτογραφίες: Αννίτα Μερτίκα

Music Corner - 27/9/2004

Λένε πως η εποχή μας δεν ευνοεί ιδιαίτερα τους ήρωες... Στη πολυφωνία όμως μιας μουσικά "παράξενης εποχής", οι πράξεις ενός "μικρού ήρωα" αποκαλύπτουν τη παρουσία ενός αθεράπευτου ροκά που αντιπροτείνει τη φωτεινή όψη του φεγγαριού! Ο Γιώργος Δημητριάδης ακολουθεί εδώ και χρόνια το δρόμο της προσωπικής του έκφρασης που συνδέει άρρηκτα τη σύγχρονη ηλεκτρική μουσική με την αναζήτηση, την ανησυχία, τη κριτική και τα αληθινά συναισθήματα. Το ραντεβού μας ορίστηκε ένα γλυκό φθινοπωρινό απόγευμα του Σεπτεμβρίου στο "Πάρκο Ελευθερίας". Αφορμή για τη συνάντησή μας στάθηκε η κυκλοφορία της τελευταίας δισκογραφικής του δουλειάς "Παράξενη εποχή", με τη διαφορά ότι η μουσική του ιδιοσυγκρασία δεν θα μπορούσε παρά να αμβλύνει τους άξονες της απολαυστικής, όπως αποδείχθηκε, συζήτησής μας...


Κάντε "κλικ" για να κατεβάσετε το αυτόγραφο - "wallpaper"
του Γιώργου Δημητριάδη,
σε ανάλυση
800Χ600 ή 1024Χ768
Artwork: MC Team


Music Corner: Έχω την εντύπωση πως όσα χρόνια και αν περάσουν, θα ταξιδεύεις στο κόσμο της μουσικής με τη σπιρτάδα, το πάθος και τον ενθουσιασμό ενός εφήβου. Μάλιστα πρόσφατα διάβαζα τη συνέντευξη ενός τραγουδοποιού που είχε τον τίτλο "εραστής της μουσικής" και πιστεύω πως και στη δική σου μουσική φυσιογνωμία θα ταίριαζε εξίσου η ίδια φράση. Από πού αντλείς αυτή την αισιοδοξία;
Γιώργος Δημητριάδης: Κοίταξε, κατά πρώτο λόγο νομίζω πως σε κάθε τραγουδοποιό, για όσο καιρό αισθάνεται την ανάγκη να δημιουργεί, υπάρχει μια πηγή που φαντάζει ανεξάντλητη. Σε σχέση με τον αισιόδοξο χαρακτήρα που είπες, όταν γράφω ένα κομμάτι φαίνεται πως λειτουργεί ένας μηχανισμός που δεν μπορώ να ελέγξω. Ίσως είναι μέσα στο μουσικό μου DNA που σίγουρα δεν με οδηγεί αναπάντεχα, αλλά μάλλον αναπόφευκτα σε ένα "happy end" στο τραγούδι. Αν θες, σε μία ματιά ουσιαστικά ανθρώπινη άρα και αισιόδοξη. Αυτό νομίζω ότι δεν βγαίνει τόσο από τους στίχους που γράφω στα κομμάτια. Θα το εντόπιζα κυρίως στη μουσική που γράφω γι' αυτά τα τραγούδια, από τον τρόπο που γίνεται η ενορχήστρωση αλλά βασικά στη μελωδία που έχουν. Αυτό το γεγονός οφείλεται βέβαια και σε πολύ μεγάλο βαθμό στη μουσική παιδεία που φέρω. Το έχω συνειδητοποιήσει πια πως από κάπου έρχομαι και κάπου πηγαίνω. Πού πηγαίνω δεν ξέρω, αλλά από πού έρχομαι το ξέρω πάρα πολύ καλά.

M.C.: Αν και είσαι αφοσιωμένος ή "οχυρωμένος" στη rock μουσική, έχεις σκεφτεί να μας χαρίσεις ποτέ μια "ανατρεπτική" δισκογραφική δουλειά με στοιχεία διαφορετικών μουσικών δρόμων ή θεωρείς πως η επαγγελματική σου σταδιοδρομία μέχρι τώρα επηρεάζει τις κατοπινές σου επιλογές;
Γ.Δ.: Καλή ερώτηση... Ο ένας επιθετικός προσδιορισμός που ανέφερες σίγουρα τροφοδοτεί τον άλλο. Η "οχύρωση" βέβαια έχει αρνητική έννοια μερικές φορές, όμως κάποιες άλλες φορές μπορεί να έχει και θετική - ειδικά γι' αυτή την εποχή - που μέσα απ' τη rock μουσική, την οποία αντιλαμβάνομαι έτσι όπως την αντιλαμβάνομαι, νιώθω ότι τελικά εκφράζομαι απόλυτα προσωπικά. Σε τελευταία ανάλυση η έννοια του rock δεν με "κλείνει", είναι ο τρόπος μου να εκφράζομαι μουσικά και στιχουργικά. Ακολουθώ το rock 'n' roll σαν γενικότερη αντίληψη στη ζωή μου γιατί πιστεύω και ακολουθώ την αρχή του "do it yourself", μαθαίνοντας αυτό το είδος της μουσικής "στο πεζοδρόμιο". Αν μπορώ να το συνοψίσω έτσι, εκεί βασίζεται όλη η ιστορία ή το αξίωμα: στην αρχή του "καν' το μόνος". Η ανατρεπτικότητα δεν συνάδει πάντοτε με μια κατάσταση στην οποία θα κάνεις πράγματα, που ουσιαστικά τα αισθάνεσαι στη προσωπική σου έκφραση ως ανήκεα. Από ένα σημείο και ύστερα, ο κόσμος αρχίζει και το αποδέχεται, όπως αποδέχεσαι και εσύ τον εαυτό σου. Και έτσι όπως είσαι εσύ, απλά ερευνάς τις διαφορετικές σου πτυχές και τις εναλλακτικές εκδοχές σου. Απ' την άλλη πλευρά, να μη ξεχάσω να πω ότι αυτό που ήδη κάνω, στην εποχή μας φαντάζει εναλλακτικό είτε το θέλω είτε όχι. Στην ουσία ο τελευταίος μου δίσκος είναι ο πιο rock δίσκος που έχω δημιουργήσει μετά το "Ξύπνα, φτάσαμε" και το "Αυτός που δεν ξέρει", αν και όλοι είχαν τον χαρακτηρισμό του ηλεκτρισμού, της μπάντας, της μουσικής και στιχουργικής αντίληψης πάνω στα πράγματα, της άλλης τάσης και συμπεριφοράς μου μέσα στη δισκογραφία. Έτσι όπως έχει οδηγηθεί όλη η φάση γενικότερα στην ελληνική δισκογραφία, εκείνες οι δουλειές που παλιότερα μπορεί να φάνταζαν όχι ως "mainstream" αλλά ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό, τώρα φαντάζουν ως εντελώς "alternative", ένας όρος με τον οποίο γενικά κρατάω αποστάσεις. Είναι μια "ταμπέλα" που, αν θες, αναγκαστικά σε περιθωριοποιεί και προσπαθεί να σε κάνει γραφικό, κάτι το οποίο δεν ισχύει. Εξακολουθώ να αντιμετωπίζω δημιουργικά τον τρόπο που γράφω αλλά για να πω και την αλήθεια, έχω και τις εμμονές μου. Μ' αρέσουν συγκεκριμένα πράγματα από τη μουσική που ακούω σήμερα. Δεν αρνιέμαι την εποχή στην οποία μεγάλωσα, δεν αρνιέμαι τον εαυτό μου για να προσπαθήσω να γίνω κάτι "νεωτεριστικό". Δεν θα πείσω κανέναν με αυτό το τρόπο. Ξέρεις, όσο περνούν τα χρόνια ο καθένας πείθει με αυτό που "κουβαλάει" και αυτό συμβαίνει από μόνο του. Ο άλλος σε βλέπει και όντως σε αποδέχεται ή δεν σε αποδέχεται, άρα είναι ξεκάθαρα τα πράγματα... Δεν μπορείς να είσαι αρεστός στον καθένα! Έχω ακούσει διάφορες δισκογραφικές δουλειές, οι οποίες προσπαθούν μέσα στο κλίμα της πολυσυλλεκτικότητας να "αγκαλιάσουνε" πολλά και διαφορετικά ακροατήρια, ενώ σε τελευταία ανάλυση στερούνται χαρακτήρα και προσωπικότητα. Αν έχεις πραγματικά τη δυνατότητα και το δώρο της φύσης να "ανοίγεις" αυτιά και μάτια εσωτερικά και έπειτα να συγκεράσεις μέσα σου όλα αυτά τα πράγματα χωρίς να δημιουργείς κορεσμό στον ακροατή, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.

M.C.: Μετά από πολλούς κόπους προσπάθειας, κάποιοι συνάδελφοί σου πέφτουν στη παγίδα να επαναπαυθούν στην όποια επιτυχία και αναγνωρισιμότητα που τους χαρίζει ένα τραγούδι και τελικά να βαλτώσουν, πριν ακόμα καθιερωθούν στο χώρο...
Γ.Δ.: Υπάρχουν κάποιοι φίλοι μουσικοί που θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ δημιουργικοί σ' αυτό που κάνουν, αλλά "λιμνάζουν" γιατί ακριβώς σταματούν να είναι ο εαυτός τους. Οικειοποιούνται στοιχεία μιας εποχής που τους αναγκάζει να οικειοποιηθούν πράγματα και αυτό δεν το ονομάζω εξέλιξη στη μουσική. Ο προσωπικός δρόμος δεν έχει καμία σχέση με το γεγονός που σε κάνει να αναγκάζεσαι να επιλέξεις τις γενικότερες επιταγές που σου "επιβάλλει" ένα δισκογραφικό περιβάλλον. Εγώ έχω το δικαίωμα, καλώς ή κακώς, να διαβάζω την εποχή μου με τη δική μου ματιά. Στην ηλικία που είμαι σίγουρα μπορώ να έχω μία αντίληψη για την εποχή, με πολλές "τρύπες" βέβαια γιατί έχω κάνει και πολλά λάθη. Αλλά αυτό το δικαίωμα μου το δίνει η εμπειρία που έχω απ' τη ζωή και όπως έχω διαμορφωθεί μέχρι τώρα.

M.C.: Εκεί ήθελα να καταλήξω και 'γω. Ναι μεν έχεις ένα γνώριμο στίγμα, αλλά υπάρχει μια εξέλιξη. Πηγαίνεις ένα βήμα παραπάνω με κάθε δισκογραφική σου δουλειά.
Γ.Δ.: Με λίγα λόγια, το βήμα στην εξέλιξη δεν θα το θεωρούσα ξαφνικά να κάνω "electronica". Θα το θεωρούσα γελοίο για μένα γιατί δεν το αισθάνομαι και δεν με συγκινεί αυτός ο ήχος. Σε άλλους αυτός ο ήχος μπορεί να δημιουργήσει πράγματα και να τους ωθήσει στη διασκέδαση και στο χορό. Δεν είμαι κατά του χορού ούτε κατά του αισθησιασμού - ίσα ίσα που δίνω πολύ μεγάλο βάρος γιατί και γι' αυτά ζούμε - αλλά πιστεύω πως όσο αισθησιασμό και ερωτισμό μπορεί να χωρούν σε αυτά τα πράγματα, άλλο τόσο μπορεί να εμπεριέχεται σ' αυτό που κάνω ως μουσικό ιδίωμα. Γιατί να μην τα έχει; Τα έχει και μάλιστα πάρα πολύ.

M.C.: Μετά απ' όλα τα παραπάνω και σε αντίθεση με άλλους τραγουδοποιούς που γνωρίζουν επιτυχία, να υποθέσω πως αντιμετώπισες την μεγάλη απήχηση του "Σαν να μη πέρασε μια μέρα" με την ανάλογη ηρεμία ή σχετικά αδιάφορα;
Γ.Δ.: Όχι, με χαρά. Το κομμάτι πήγε καλά και έγινε απρόσμενα και για μένα τόσο μεγάλη επιτυχία. Για να πούμε και το ιστορικό, το συγκεκριμένο τραγούδι είναι μια συνεργασία που είχα με τον Κώστα Λειβαδά, o οποίος έγραψε αυτούς τους στίχους. Ήταν την εποχή που έγραφε διάφορα πράγματα πριν καλά - καλά ξεκινήσει, μεταξύ αυτών και πολλά στιχουργήματα και μια μέρα έτυχε να μου τους φέρει. Ένα πολύ όμορφο τραγούδι που ήταν απόρροια μιας παρέας και μιας φιλίας... Πολύ σημαντικό. Και επίσης πολύ καλό γιατί σε βοηθάει να "στερεώνεσαι" και να αποκτάς ένα πιο έντονο καλλιτεχνικό πρόσωπο. Βγαίνεις από μια θολούρα και μια ομίχλη - δεν θα το έλεγα "ασημότητας" - αλλά παύεις να είσαι ένας καλλιτέχνης που μπορεί να έχει την εκτίμηση ενός "κλειστού" κυκλώματος. Όμως από 'κει και πέρα, εξαρτάται τι εκτίμηση της επιτυχίας θα κάνεις και πώς θα τη διαχειριστείς. Προσωπικά της έδωσα τη σημασία που έπρεπε, αλλά δεν την ακολούθησα από πίσω τρέχοντας γιατί κατάλαβα τι συνέβαινε. Συγκεκριμένα όταν μεσουρανούσε το τραγούδι, πήγαμε στο Ηράκλειο Κρήτης το '99 και παίξαμε live δυο μέρες στο "Μύλο". Βγαίνω ένα βράδυ από το μαγαζί και πάω μόνος μου σε ένα μεγάλο ελληνάδικο για να πιω ένα ποτό. Μπαίνοντας στην είσοδο, βλέπω δυο - τρεις πιτσιρικάδες να φεύγουν και να τραγουδάνε ψιλομεθυσμένοι σε μια κατάσταση με αλαλαγμούς το "Σαν να μην πέρασε μια μέρα". Εκείνη την ώρα η πρώτη μου αντίδραση δεν ήταν να χαρώ και να σκεφτώ "αχ, λένε το κομμάτι μου"... Αντίθετα, τσαντίστηκα γιατί αυτοί οι πιτσιρικάδες ήξεραν ότι έπαιζα στο μαγαζί και δεν ήρθαν εκεί να το ακούσουν. Όμως η εικόνα είναι αυτή: ακούν το κομμάτι, παίζει ο τάδε δημιουργός το τραγούδι του πεντακόσια μέτρα πιο πέρα, εκείνοι μπορεί να το γνώριζαν και δεν ήρθαν. Δεν έφταιγαν τα παιδιά, απλά κατάλαβα τη φάση της εποχής. Είτε είσαι τα "Ξύλινα σπαθιά" ή ο Γιάννης Αγγελάκας ή οποιοσδήποτε άλλος, σε διαχέει η κατάσταση. Ο κόσμος βέβαια περνάει καλά, αλλά και 'γω ήθελα αυτό να το εισπράξω στο live. Έβλεπα το τραγούδι να "ξεκόβεται" απ' το σώμα της βασικής μου δουλειάς και να φεύγει, χωρίς να έχω και τη διάθεση να το ακολουθήσω. Ένα κομμάτι που μ' αρέσει και το αγαπάω πάρα πολύ, πήρε ένα τέτοιο χαρακτήρα και έγινε μια τέτοια "τσίχλα" που κανονικά για να το εξαργυρώσω, έπρεπε να το πάρω, να πάω στη παραλία και να εμφανίζομαι με τα ονόματα του αγοραίου τραγουδιού!

M.C.: Και ποιος ο λόγος άλλωστε...
Γ.Δ.: Δεν υπήρχε καμιά ανάγκη να γίνει. Είχα τους "Μικρούς ήρωες" και όποιος ήθελε ερχόταν και άκουγε μια rock μπάντα, πραγματικά ατόφια.

M.C.: Έχω την αίσθηση πως όσα απ' τα τραγούδια σου έχουν γίνει μεγάλες ραδιοφωνικές επιτυχίες, ουσιαστικά έχουν βγει στο φως και ξεχωρίσει απ' τις προτιμήσεις μιας μεγάλης μερίδας κοινού που τα ζητάει συνεχώς και τα τραγουδάει με τις παρέες του, χωρίς να επηρεάζεται από τα Μ.Μ.Ε...
Γ.Δ.: Αυτό είναι πολύ θετικό... Κάτι το οποίο σπανίζει ολοένα και περισσότερο, έτσι;

M.C.: Πιστεύω πως ναι... Εσύ πόσο δικαιωμένος αισθάνεσαι γι' αυτό;
Γ.Δ.: Πάρα πολύ, γιατί δεν ήμουν απ' τα άτομα στη δισκογραφία - μέχρι τώρα τουλάχιστον - που προβλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Δεν υπήρξε ποτέ κάποιο "lobby" - πέσ' το δημοσιογραφικό, εκδοτικό, εταιρειακό ή καλλιτεχνικών γραφείων - του οποίου να τύχω της υποστήριξης και αυτό δεν το λέω με κάποια έπαρση, απλά αναφέρω τα γεγονότα. Το "γιατί" ίσως είναι αντικείμενο μιας άλλης κουβέντας κάποια στιγμή. Πιστεύω πως παλιότερα υπήρχε ένας μεγαλύτερος χώρος για κάποιους ιδιαίτερους ανθρώπους με άποψη και αντίληψη. Τι διάβολο καλλιτέχνης είσαι, αν δεν έχεις λόγο πάνω σ' αυτό που κάνεις; Δεν αρκεί να πάρεις μια κιθάρα και να γράψεις ένα τραγούδι, πρέπει να έχεις και την αντίληψη. Πώς θα το πεις, πώς θα το ενορχηστρώσεις, πώς θες να ακούγεσαι, πού θες να παίζεις, με ποιους θες να συνεργάζεσαι. Βλέπουμε κάτι απ' όλα αυτά να ισχύει στις μέρες μας; Πάρα πολύ λίγα... Έτσι λοιπόν όπως έχει διαμορφωθεί το περιβάλλον, σίγουρα "μυρίζεις" αρνητικά σ' αυτό το χώρο χωρίς να κάνεις και κάτι απαραίτητα. Αν προσθέσουμε ότι μπορεί να 'σαι και επιλεκτικός τύπος στις επαφές τις οποίες θες να έχεις γιατί λειτουργείς με τους δικούς σου χρόνους - "asta la vista" ας πούμε - τότε δεν σε "πάει" το περιβάλλον. Πρόσθεσε και το γεγονός όταν έχεις πολιτογραφηθεί και rock 'n' roll, ειδικά τελευταία που κάτι τέτοιο θεωρείται αιδώς και ντροπή... Τρομάρα τους!

M.C: Γιατί όμως σε παλιότερη συνέντευξή σου στο "Music Corner" είχες πει ότι τα πιο καθοριστικά στάδια για την εξέλιξή σου ως μουσικός ήταν όταν δεν είχες φτάσει ακόμη στο σημείο να σε γνωρίζει το ευρύτερο κοινό;
Γ.Δ.: Καλή ερώτηση... Αυτό μάλλον το είπα σε μια στιγμή που όντως βρέθηκα λίγο παγιδευμένος και "αγκυλωμένος" μετά την επιτυχία του "Σαν να μη πέρασε μια μέρα". Σ' αυτή την αμήχανη κατάσταση με βοήθησε πολύ ο επόμενος δίσκος, που ήταν ένας δίσκος αποστασιοποιημένος από τον προηγούμενο. Ενώ ο κόσμος θα περίμενε να ακούσει μια ακόμα δισκογραφική δουλειά με ένα ανάλογο hit όπως το "Σαν να μη πέρασε μια μέρα", άκουσε ένα πολύ όμορφο τραγούδι σαν το "Ξύπνα, φτάσαμε", επιπλέον πραγματοποίησα πολλές live εμφανίσεις και απελευθερώθηκα απ' το άγχος ότι πρέπει να επαναλαμβάνεις συνεχώς τη "μαγιά". Ξέρεις, όταν σου προκύπτει μια μεγάλη επιτυχία δημιουργούνται προσμονές. Αυτές οι προσμονές θέλουν σωστή διαχείριση και εξαρτάται ποιες είναι οι προτεραιότητες που βάζει ο καθένας για τη πορεία του. Η δική μου προτεραιότητα ήταν πολύ διαφορετική απ' αυτό που περίμενε η εταιρεία μου από μένα. Τους έδωσα ένα δίσκο που πήρε πολύ καλές κριτικές, αλλά ήταν ένας δίσκος ο οποίος φαινόταν να αδιαφορούσε για αυτό που είχε συμβεί πριν και έλεγε "πάμε γι' άλλα τώρα". Παρόλα αυτά, σε όλους τους δίσκους θα ακούσεις τον Δημητριάδη γιατί έχω αναπτύξει και ένα ορισμένο ύφος που γράφω. Αυτό που θέλω είναι να γράφω καλά τραγούδια και καλή μουσική και όταν ο κόσμος την ακούει, να υπάρχει κάποιο νόημα και κάποια σημασία που την ακούει. Απ' τη στιγμή που κατάλαβα ότι μπορώ να έχω επαφή με ένα κομμάτι του κοινού, αυτό είναι το όνειρό μου. Και απ' τη στιγμή που κατάλαβα αυτή τη σχέση, είναι ό,τι ομορφότερο υπάρχει.

M.C.: Δισκογραφικό "διαζύγιο" με τη Virgin και ένταξη στο δυναμικό της Lyra...
Γ.Δ.: Διαζύγιο; Ευτυχώς δεν αφήσαμε παιδιά στη μέση...! (γέλια) Τη "κηδεμονία" των τεσσάρων δίσκων που έκανα στη Virgin την έχει πλέον η Lyra και αισθάνομαι ήσυχος... Είναι καλή "μαμά"!

M.C.: Ήταν μια βαθύτερη ανάγκη για ανανέωση;
Γ.Δ.: Ναι, βέβαια... Από ένα διάστημα και ύστερα, η Virgin για διάφορους λόγους έπαψε να είναι όπως ήταν παλιά. Ξέρεις, όλα αυτά επηρέασαν πολύ τη σχέση μου με την εταιρεία.

M.C.: Τι συμβολίζει το εξώφυλλο της "Παράξενης εποχής"; Ποιος είχε την ιδέα;
Γ.Δ.: H ιδέα ήταν δική μου. Να αναφέρουμε και τους συνεργάτες, οι οποίοι είναι πολύ καλοί: το artwork έγινε από το Κώστα Μιχαλό και η φωτογραφία, όπως και οι δικές μου μέσα στο album, είναι του Νίκου Βλασσόπουλου. Το εξώφυλλο συμβολίζει αυτό που φαίνεται: ένα παιδάκι, που υποτίθεται πως είμαι εγώ, ενώ διαβάζει ένα κόμικ σνομπάροντας μια παλιά τηλεόραση. Ο πιτσιρικάς τη θεωρεί ξεπερασμένο είδος, γεγονός μη πραγματικό... Αυτή είναι μια ευσεβής φαντασία του καλλιτέχνη, ο οποίος ώρες - ώρες θέλει να πάρει ένα σφυρί και να τη σπάσει τελείως! Όχι το αντικείμενο, συμβολικά εννοώ...!

M.C.: Ποια ήταν τα βαθύτερα ερεθίσματα που σε οδήγησαν στη δημιουργία της "Παράξενης εποχής"; Ποιες ήταν οι πηγές έμπνευσής σου;
Γ.Δ.: Σίγουρα η ανάγκη ότι ήθελα να δημιουργήσω ένα δίσκο, αρχικά διαφορετικό απ' τους προηγούμενους και με μεγαλύτερη νοηματική συνοχή. Και οι προηγούμενοι δίσκοι είχαν πάντοτε ένα συγκεκριμένο "concept", με λιγότερο το "Σαν να μην πέρασε μια μέρα" που περιείχε μια συλλογή τραγουδιών που είχα γράψει σε μια πάροδο τριών ετών. Αντίθετα, το "Ξύπνα, φτάσαμε" είχε μεγαλύτερη συνοχή. Ειδικά κάποια απ' τα τραγούδια άρχισαν σιγά σιγά να αποκαλύπτουν και μένα σε κάποια άλλα πράγματα, κυρίως μουσικά. Το "Αυτός που δεν ξέρει" είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με το "Σαν να μην πέρασε μια μέρα", αν και ήταν ένα concept album που δήλωνε απ' τον τίτλο του πως σε τελευταία ανάλυση δεν ξέρεις τίποτα. Η "Παράξενη εποχή" - μαζί με το "Τεύχος 2ον" - πιστεύω πως είναι οι πιο αυστηροί, νοηματικά, δίσκοι μου γιατί σ' αυτούς υπάρχει ένα "concept" απ' την αρχή μέχρι το τέλος. Στην ουσία αν κάποιος ακούσει προσεκτικά και τα δεκαέξι τραγούδια της "Παράξενης εποχής" , καταλαβαίνει απόλυτα ότι υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος από τραγούδι σε τραγούδι. Θεωρώ ότι είναι ένα μικρό μουσικό έργο.

M.C.: Στη "Παράξενη εποχή" συναντιέσαι ξανά με τον Κώστα Λειβαδά, με τον οποίο είχατε συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν...

Γ.Δ.: Σ' αυτό το δίσκο ο Κώστας έχει παίξει και πιάνο σε κάποια τραγούδια. Του ζήτησα να γράψει στίχο σε ένα κομμάτι, που αρχικά το προόριζα να μπει στο "κύριο σώμα" του δίσκου στα αγγλικά. Τελικά το έβαλα ως κρυμμένο track και του είπα να γράψει ένα αντίστοιχο "reprise", μια επανάληψη του τραγουδιού στα ελληνικά. Τελικά μου έδωσε τους στίχους στο "Στοίχημα", αυτούς τους πολύ ωραίους στίχους...

M.C.: Στους δίσκους σου συναντούμε πάντα στίχους του Σταμάτη Πανταζόπουλου.
Γ.Δ.: Τα τελευταία χρόνια ναι... Πάντα!

M.C.: Πιστεύεις πολύ στη χημεία των ανθρώπων, έτσι;
Γ.Δ.: Ναι, φυσικά. Όλοι οι άνθρωποι που βασικά βοήθησαν είναι φίλοι, όπως ο Στάθης Δρογώσης, ο Μανώλης Φάμελλος, ο Κώστας Λειβαδάς και ο Σταμάτης Πανταζόπουλος. Κοίταξε, μ' αυτά τα άτομα σχετίζομαι προσωπικά. Με τον Σταμάτη έχουμε μια καθημερινή επαφή εδώ και πάρα πολλά χρόνια, από το πανεπιστήμιο κιόλας. Γνωριζόμαστε από τη Θεσσαλονίκη, είναι ένας άνθρωπος της γενιάς μου και μου "κολλάει" πολύ ο τρόπος που γράφει. Ως δομή κυρίως, είναι πολύ rock το ύφος του και με βοηθάει πάρα πολύ. Στο καινούργιο δίσκο μάλλον θα έχω κάποια πράγματα δικά του...

M.C.: Μα φαίνεται πως σε γνωρίζει πολύ καλά, σε τέτοιο σημείο που πολλούς στίχους του είναι σαν να τους έχεις γράψει εσύ ο ίδιος!
Γ.Δ.: Μοιάζουμε πάρα πολύ και υπάρχει μια ταυτοποίηση. Ακριβώς γι' αυτό το λόγο δεν βάζω συχνά στίχους άλλων στους δικούς μου δίσκους. Γράφω τραγούδια πάνω σε στίχους άλλων, αλλά τα δίνω αλλού. Είχα δώσει στην Ευρυδίκη γιατί ήθελε η κοπέλα να κάνει μια στροφή σε άλλα πράγματα και τώρα έχω δώσει κάποια κομμάτια για το καινούργιο δίσκο της Άλκηστης Πρωτοψάλτη, σε στίχους του Νίκου Μοραΐτη. Όμως θα δώσω και σε έναν νέο καλλιτέχνη από τη Lyra, τον Γιώργο Μυλωνά.

M.C.: Τα τραγούδια για την Άλκηστη κινούνται μουσικά στο δικό σου ύφος ή προσπάθησες να προσαρμόσεις το προσωπικό σου ύφος στην ερμηνεύτρια;
Γ.Δ.: Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ναι. Ήρθαν κάποιοι στίχοι και μου ζητήθηκε να γράψω για τη συγκεκριμένη καλλιτέχνιδα. Όμως δεν έκανα κάτι άλλο απ' αυτό που είμαι, απλά θα ακούσεις κάτι παράπλευρο με αυτό που ήδη κάνω. Βασικά παίζει μεγάλο ρόλο το πόσο "ανοιχτός" είναι ο εκάστοτε τραγουδιστής ή η τραγουδίστρια, σαν φωνή και σαν διάθεση, να ανταποκριθεί για τον εαυτό του και για το ίδιο το τραγούδι. Γενικά αποφεύγω να δίνω τραγούδια που γράφω τους στίχους. Δεν είμαι "songwriter" που κάθομαι να γράφω γι' άλλους. Απλά έχω γράψει πολλά κομμάτια που δεν θέλω για διάφορους λόγους να τα βάζω στις δουλειές μου και είναι πολύ ωραίο να ακούω δικές μου μελωδίες, τραγουδισμένες από κάποιους ανθρώπους, πόσο μάλλον βέβαια όταν είναι πολύ καλοί τραγουδιστές. Σίγουρα προσθέτουν πάρα πολλά στο δικό μου "credit".

M.C.: "Ψάχνεσαι" τόσο στο στίχο, όσο και στη μουσική... Τελικά το πιο δύσκολο υλικό είναι οι λέξεις ή οι νότες;
Γ.Δ.: Δεν νομίζω πως υπάρχει διαφορά. Προσωπικά δεν θεωρώ τον εαυτό μου στιχουργό, με την αυστηρή έννοια του όρου. Γράφω λόγια γιατί πάντοτε τα γράφω παράλληλα με τη μουσική. Συνήθως ξεκινάω με μια μουσική ιδέα αλλά σχεδόν, κατά ένα περίεργο τρόπο, έρχονται κάποια λόγια μαγικά, όμως είναι πράγματα που σίγουρα έρχονται μέσα απ' τη ψυχή μου.

M.C.: Είναι πράγματα που θες να πεις;
Γ.Δ.: Φυσικά, πάντα θες να πεις. Το θέμα είναι τι θες να πεις και τι έχεις να πεις. Όλοι έχουν κάτι να πουν, ακόμα και από τη δισκογραφία της μαζικής κουλτούρας που λέει "γλεντάτε και κάψ' τε τα όλα". Και αυτός που γράφει μια βλακεία, δεν μπορεί να μου πει "άλλα θα ήθελα να πω, αλλά γράφω αυτό". Γράφει αυτό που κουβαλάει στη ψυχή του. Με αυτή την έννοια, όλοι δηλώνουν πράγματα που έχουν να πουν.

M.C.: Άρα ο καλλιτέχνης πρέπει να έχει πλούσια προσωπική ζωή;
Γ.Δ.: Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να έχει πλούσια εσωτερική ζωή. Να έχει πλούσια ερωτική ζωή με την έννοια των συναισθημάτων και να είναι ερωτικός άνθρωπος με τα πράγματα γύρω του. Όταν έχεις κάποιες κεραίες και η χημεία του εξωτερικού κόσμου σε σχέση με τον εσωτερικό σου κόσμο σου δημιουργεί αντιδράσεις, τότε φτιάχνεις πράγματα. Άρα έχεις πάντα κάτι να πεις όταν κάνεις ένα δίσκο, αυτό θέλω να πιστεύω... Ακόμα και να μη λες κάτι, είσαι αυτό το "τίποτα" και είναι άξιοι της τύχης τους εκείνοι που αγοράζουν τέτοιους δίσκους. Τώρα εξαπολύω ένα λίβελο, αλλά αυτή είναι η κατάσταση... Δεν λέω πως εγώ κάνω κάτι μεγαλειώδες γιατί την ίδια στιγμή, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά εμένα, κάνω μια προσπάθεια και στη μουσική, όχι μόνο στιχουργικά. Εκεί υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση και παρανόηση εκ μέρους ορισμένων "μουσικοκριτικών" σε διάφορα περιοδικά, οι οποίοι έχοντας μια εξ' ορισμού απόσταση - λόγω προσωπικού γούστου και παιδείας - από τη κουλτούρα που "κουβαλάω" μουσικά, δεν καταλαβαίνουν ακριβώς αυτό που συμβαίνει και επικεντρώνονται πολύ στα κείμενα των στίχων. Δίνουν μια ιδιαίτερη βαρύτητα στη στιχουργική ιδιότητα, λες και είναι το "άλφα και το ωμέγα" μιας μουσικής πράξης. Ναι μεν είναι, διότι τραγουδάς και μεταφέρεις πράγματα αλλά έχω ακούσει και κάποιους νεφελώδεις στίχους στο λεγόμενο χώρο του "έντεχνου" που περιστρέφονται γύρω από κάποιες μύχιες και εσωτερικές βυθίσεις, μια επιτηδευμένη και ψεύτικη κατάσταση που μοιάζει σαν ένα μπιμπελό, το οποίο μόλις το ακουμπήσεις θα σπάσει... Η υπερβατικότητα δεν βγαίνει μέσα από κείμενα που λένε πολλά για να πουν πολλά. Το θέμα είναι να πεις κάτι και να το πεις με πέντε λέξεις.

M.C.: Το ξεχωριστό που συμβαίνει με σένα είναι πως στις δουλειές σου δεν περιέχονται μόνο ερωτικά τραγούδια. Έχω βαρεθεί να ακούω συνέχεια τραγούδια του τύπου "σ' αγαπώ - μ' αγαπάς", αφού σίγουρα υπάρχουν κι άλλα πράγματα για τα οποία μπορείς να μιλήσεις μέσα απ' τη μουσική...
Γ.Δ.: Βαριόμαστε αυτά τα τραγούδια γιατί μέσα τους δεν ακούμε χαρακτήρες. Απλά ακούμε καρικατούρες ανθρώπων που μιλάνε αιωνίως για ερωτικό πόνο και ερωτική έλλειψη. Προσωπικά βλέπω πάντοτε το ερωτικό τραγούδι σαν μια αναφορά σε μία σχέση με έναν άλλο άνθρωπο. Υπάρχουν πολλοί τραγουδοποιοί που δίνουν μια όμορφη διάσταση σ' αυτό το γοητευτικό συμβάν στη ζωή μας. Εγώ προτιμώ περισσότερο να γράφω τραγούδια σχέσης. Τραγούδια προδοσίας, εκ μέρους μου κυρίως, ή διαψεύσεων, ελπίδων και προσμονών από το άλλο πρόσωπο γιατί τα τραγούδια πρέπει να μιλούν για τις σχέσεις - φιλικές ή ερωτικές - των ανθρώπων. Τα περισσότερα όμορφα τραγούδια στην ιστορία της μουσικής είχαν σαν θέμα την αγάπη. Και οι Beatles το έλεγαν, και οι Rolling Stones το τραγουδούσαν διαφορετικά, όλοι αυτοί δεν έγραφαν κοινωνικά τραγούδια. Σίγουρα όμως πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν και άλλες αναφορές. Σ' αυτό το δίσκο δεν υπάρχουν ερωτικά τραγούδια, με τη στενή έννοια του όρου. Προσωπικά σιχαίνομαι τον όρο, ίσως γιατί το κακό έχει παραγίνει. Όχι πως δεν μου αρέσουν κάποια ερωτικά τραγούδια... Και εγώ έχω γράψει ερωτικά τραγούδια και σε αυτό το δίσκο υπάρχουν ένα - δύο τέτοιου είδους.

M.C.: Αλίμονο, δεν μπορεί να μην έχεις ερωτικά τραγούδια. Αλλά πρέπει να υπάρχουν και κάποια άλλα που να "ξεφεύγουν" από τα καθιερωμένα και αυτό το κάνεις εσύ ούτως ή άλλως...
Γ.Δ.: Τι να σου πω... Η αγοραία "καψούρα" μετράει στις μέρες μας! Δεν με ενδιαφέρουν τα βλακώδη τραγούδια μέσα απ' την εγωιστική αντιμετώπιση των συναισθημάτων και με στίχους υπερβολικούς, από τα στόματα διαφόρων τραγουδιστριών με, κατά τα άλλα, καλές φωνές για ένα τόσο όμορφο και τρυφερό συναίσθημα όπως ο έρωτας.

M.C.: Πιστεύεις ότι το "νέο αίμα" μπορεί ν' αλλάξει τη ρότα των πραγμάτων στο ελληνικό τραγούδι;
Γ.Δ.: Ποια νέα γενιά; Υπάρχει καμιά νέα γενιά;

M.C.: Δεν υπάρχει δηλαδή;
Γ.Δ.: Δεν βλέπω να υπάρχει και λυπάμαι γι' αυτό. Αυτό δεν το λέω σαν ψόγο απέναντι στη νέα φουρνιά αλλά σαν μια διαπίστωση. Αν με ρωτήσεις τι θα ήθελα να δω, θα σου εκφράσω ένα ευσεβή πόθο... Θα ήθελα να δω αυτό που έβλεπα στα τέλη της δεκαετίας του '80 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '90. Καινούργια συγκροτήματα σαν τους "Στέρεο Νόβα" και γενικά ανθρώπους με προσωπική αντίληψη. Γι' αυτό δεν με πείθουν οι υποτιθέμενες rock προσπάθειες διαφόρων mainstream ποπ τραγουδοποιών. Η αλλαγή θα γινόταν με τη δημιουργία μιας νέας φουρνιάς άρα και νέας σκηνής τραγουδοποιών, όμως δεν θα έλεγα τραγουδιστών γιατί απ' αυτούς έχουμε πάρα πολλούς... Δεν αποτελεί πια καμιά έκπληξη, αφού όλοι παίρνουν από ένα μικρόφωνο σαν κλαδί δέντρου, ανοίγουν τα λαρύγγια και λένε διάφορα. Έχει χαθεί ακόμα και το νόημα του τραγουδιστή, έχει γίνει πλέον μια επωνυμία και μια καριέρα σύντομη. Το τελευταίο πράγμα που ενδιαφέρει είναι η ομορφιά της μουσικής και της προσωπικής έκφρασης και σε μια εποχή που δίνει αυτό το πρότυπο, δεν περιμένω άμεσα να δω κάτι. Εξάλλου σπάνιες φορές είδαμε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα, συγκεκριμένα μια φορά στη δεκαετία του '60 με το Διονύση Σαββόπουλο που ήταν όντως μια δημιουργική πνοή και δεν επεβλήθη από πουθενά, άλλη μια φορά στις αρχές της δεκαετίας του '80 με τους "Φατμέ" και τις "Μουσικές ταξιαρχίες" και ακόμα μια φορά μέσα στη δεκαετία του '90 με κάποιες πάρα πολύ καλές παρουσίες που αποτέλεσαν πραγματικά το "νέο αίμα" μιας μουσικής κατάστασης στην Ελλάδα. Λυπάμαι λοιπόν πάρα πολύ που δεν βλέπω μια νέα γενιά ν' αλλάζει τη πορεία και σε τελευταία ανάλυση, λυπάμαι που και εγώ δεν μπορώ να αποτελέσω κάτι τέτοιο γιατί είμαι ήδη κατατεθειμένος. Θα μου πεις τώρα "αυτοδικάζεις ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι καινούργιο"; Μπορεί, δεν έχω πρόβλημα με αυτό... Εγώ κάνω αυτό που κάνω. Και αισθάνομαι την υποχρέωση να είμαι ένα καλό παράδειγμα για τους νεότερους... Και όχι παράδειγμα προς αποφυγήν! (γέλια)

M.C.: Μίλησες πριν για γρήγορη φήμη, για τον Διονύση Σαββόπουλο αργότερα... Κάποιοι δεν συγχώρησαν τη κίνησή του να καλέσει τη Καλομοίρα στο Ηρώδειο. Εσύ τι έχεις να πεις;
Γ.Δ.: Συνεργάστηκα πολλά χρόνια με το Διονύση Σαββόπουλο. Έτυχε να αποτελώ κι εγώ ένα μέρος του έμψυχου υλικού που είχε ενσωματωθεί στη προσπάθειά του με "Το κούρεμα" το '89. Έζησα από κοντά τη προσπάθεια αυτού του ανθρώπου να πει τα πράγματα που θεωρούσε ότι έπρεπε να πει εκείνη την εποχή και πολλά από αυτά τα έβρισκα σωστά, άσχετα αν υπερέβαλλε κάποια στιγμή γιατί όλοι οι καλλιτέχνες είναι υπερβολικοί... Όμως μέσα απ' την υπερβολή βγήκε κάτι. Τη τελευταία του κίνηση μπορεί κάποιος να τη δει από διάφορες σκοπιές. Δεν θέλω να το παίξω περίεργος αλλά για να είμαι ειλικρινής, το "Fame story" δεν το παρακολουθώ και δεν με ενδιαφέρει. Επειδή τραγουδάνε; Τραγουδάνε και αλλού. Το "Fame story" είναι ένα σήριαλ που δεν σημαίνει ότι εκεί δεν βρίσκονται κάποιοι άνθρωποι που έχουν μια λάμψη, ακόμα κι αν λένε "γεια σου, φιλάκια"! Στη συγκεκριμένη περίπτωση όλη η ιστορία συνοψίζεται στο πρόσωπο του "γεια σου" και του "φιλάκια" και δεν έχω τίποτα με το κοριτσάκι, τη δουλειά του κάνει... Όλοι τη δουλειά μας κάνουμε. Όμως δεν μου άρεσε αυτό που έγινε και προσωπικά το βρήκα φαιδρό. Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, μπορεί να παίρνεις κάποια στοιχεία απ' τη ζωή και να τα κάνεις τέχνη, όμως καμιά φορά απ' αυτά τα στοιχεία κινδυνεύεις ο ίδιος να γίνεις φαιδρός. Με άλλα λόγια, πρέπει να σέβεται τι έχει αφήσει πίσω του γιατί δεν μπορεί να είναι πια τόσο διαφορετικός και τόσο "ξεκομμένος" με το παρελθόν του, με τη "Θάλασσα μικρή" και με τη "Παράγκα"... Δεν λέω να μείνουμε εκεί ή στη "συγκέντρωση της ΕΦΕΕ", αλλά έχεις μια ιστορία βρε αδερφέ... Αυτή η ιστορία είναι η άποψή σου για τη τέχνη, όλη η αισθητική και το οικοδόμημά σου. Αυτή λοιπόν η κίνηση δείχνει μια αποξένωση του ανθρώπου από όλα τα παραπάνω. Μένω λιγάκι μετέωρος με αυτό που έγινε... Ίσως είναι και η ανάγκη ορισμένων ανθρώπων να επιθυμούν να βρίσκονται μέσα στους καιρούς. Από τη πρωτοπορία που ήταν κάποτε, τώρα απλά να ακολουθούν την εποχή... Και στο χώρο της τέχνης δεν μου αρέσει το άγχος κάποιων ανθρώπων να ακολουθούν την εποχή. Αυτό δείχνει άλλου είδους ανασφάλειες... Άλλο η δημιουργική ανασφάλεια και άλλο η ανασφάλεια του να μην είσαι μέσα στα πράγματα αλλά να επιδιώκεις να είσαι. Σαν πνευματικός άνθρωπος που είσαι και όλα αυτά τα χρόνια έχεις ανθρώπους που σ' ακούνε, έχουμε την ανάγκη να μας πεις κάτι. Αυτό που έκανες με τη τούρτα τι μας λέει; Εμένα μου λέει κάτι; Δυστυχώς μου λέει για σένα... Και μου λέει για σένα πολλά. Μπορεί να κάνω λάθος, δεν ξέρω...

M.C.: Ας επανέλθουμε στο καινούργιο cd. Φαντάζομαι πως το τραγούδι για σένα έχει πολλές ζωές, αφού επέλεξες ξανά να πειραματιστείς με ένα παλιό κλασσικό κομμάτι. Αυτή τη φορά είναι το "Η αγάπη μας κοιμάται στα νερά"...
Γ.Δ.:Το τραγούδι του Γιώργου Ρωμανού μ' άρεσε πολύ από παλιά, από τότε που ήμουν πιτσιρικάς. Το άκουγα στο ραδιόφωνο επί χούντας, όταν πήγαινα Α' γυμνασίου. Το πέτυχα έπειτα από πολλά χρόνια σ' ένα δίσκο του Γιώργου από τη Lyra, το θυμήθηκα και λέω "αυτό είναι πάρα πολύ ωραίο τραγούδι". Εν τω μεταξύ με το Γιώργο Ρωμανό επιδίωξα μια επαφή τα τελευταία χρόνια και πήγα και τον βρήκα επειδή δεν γνωριζόμασταν. Πιστεύω ότι ήταν ένας πολύ δημιουργικός άνθρωπος στα νιάτα του και συνεχίζει να είναι ένας πολύ ενδιαφέρον τραγουδοποιός, με έντονη τη σφραγίδα της προσωπικότητας στο τραγούδι και στη μουσική του. Βέβαια βγήκε απ' το Μάνο Χατζιδάκι και πέρασε από "σχολείο". Είναι ένας άνθρωπος φευγάτος, ήρεμος, πολύ τίμιος και έντιμος, με πολύ καλή - φυσιολογική και φυσική - αισθητική και καλό γούστο για τη ζωή του. Ξέρεις, πάντοτε θέλω να βάζω σε ένα δίσκο και μια διασκευή και έτσι θα κάνω από 'δω και στο εξής. Κάποια στιγμή μπορεί να βγάλω και ένα δίσκο μόνο με διασκευές, είτε από την ελληνική δισκογραφία είτε από τη ξένη... Μακάρι!

M.C.: To κρυφό bonus track του cd είναι το "Στοίχημα" με αγγλικό στίχο. Πώς προέκυψε;
Γ.Δ.: Αυτό το τραγούδι ήταν ένα "ξέσπασμα". Tο προ-περασμένο χειμώνα είχα μια συνεργασία με τους Rocking Bones, ένα πολύ ωραίο group στο χώρο της εναλλακτικής rock μουσικής σκηνής. Επηρεασμένος από τη συνεργασία, ήθελα να γράψω ένα αγγλόφωνο κομμάτι και το έγραψα. Μετά είπα στο Κώστα Λειβαδά πως το ήθελα και στα ελληνικά, γιατί δεν μπορούσα να κάτσω και να γράψω τους ελληνικούς στίχους. Το τραγούδι λέγεται "Heart of darkness", αλλά ως κρυμμένο track δεν γράφεται ο τίτλος του στο cd. Είναι επηρεασμένο από το βιβλίο "Η καρδιά του σκότους" αλλά δεν αναφέρεται στο ίδιο το βιβλίο, αντίθετα επικεντρώνεται στη φράση "άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου". Μια ερωτική ιστορία που το ρεφρέν λέει "με έχεις κλείσει στο δωμάτιο και έχεις πάρει το κλειδί"... Είναι ωραία εικόνα αυτή! Έχω κλειστεί σ' ένα δωμάτιο, έχεις πάρει το κλειδί και μ' έχεις αφήσει στη καρδιά σου που είναι σκοτεινή...

M.C.: "Κλέβω" τον τίτλο αυτού του τραγουδιού και θέλω να σε ρωτήσω ποιο είναι το μεγαλύτερο "στοίχημα" που έχεις βάλει με τον εαυτό σου...
Γ.Δ.: Χωρίς να θέλω να γίνομαι γραφικός, το μεγαλύτερο στοίχημα που είχα βάλει με τον εαυτό μου είναι "πάμε στοίχημα ότι θα κάνω το πρώτο μου δίσκο"; Και αυτό έγινε. Το δεύτερο στοίχημα ήταν αν θα γράψω ποτέ κάποια επιτυχία. Απορούσα και ίσως υποσυνείδητα μ' απασχολούσε... Και αυτό έγινε. Όμως το βασικότερο στοίχημα που έβαλα ποτέ στη ζωή μου είναι να είμαι καλός πατέρας. Όλα τα άλλα είναι καθαρά προσωπικές επιδιώξεις. Απ' τη στιγμή που ένα παιδί έρχεται στη ζωή ενός ανθρώπου, θέλει δεν θέλει εκείνος μπαίνει πια σ' ένα ρόλο και ειλικρινά σου το λέω, δεν νομίζω πως υπάρχει τίποτα άλλο εκτός απ' αυτό το γεγονός. Αυτό είναι συνέχεια ένα ζητούμενο. Όπως και στη τέχνη που τίποτα δεν είναι δεδομένο, αφού για παράδειγμα δεν είναι σίγουρο ότι εγώ μεθαύριο θα βγάλω ένα καλό δίσκο. Το στοίχημα είναι διαρκές... Πάντως με τη μουσική εγώ πλέον δεν θέλω να βάζω στοιχήματα. Έβαλα το προσωπικό μου στοίχημα κάποια στιγμή στο παρελθόν γιατί η κυκλοφορία του πρώτου μου δίσκου ήταν ο τρόπος να αποκτήσω ένα πρόσωπο και να μπορώ να λειτουργώ σαν τραγουδοποιός.

M.C.: Είναι όμορφο να μεγαλώνεις μαζί με το κοινό σου;
Γ.Δ.: Ναι, φυσικά! Αυτό μ' αρέσει πάρα πολύ. Να είσαι μαζί με τη γενιά σου και να μεγαλώνεις αντάμα. Είναι καλό να έχεις επαφή αλλά να μπορεί και το κοινό σου να σ' ακολουθεί. Η σχέση με το κοινό είναι περίεργη, δεν είναι δεδομένη. Είδες πως όταν ο Bob Dylan έκανε μια στροφή στο Χριστιανισμό στα μέσα της δεκαετίας του '70, ένα μεγάλο μέρος της δικής μου και της προηγούμενης γενιάς τον αποκήρυξε τελείως! Ο άνθρωπος απλά δημοσιοποιούσε τις προσωπικές του αναζητήσεις - όπως οφείλει να κάνει ο κάθε τραγουδοποιός - για να είναι ειλικρινής με το κοινό του. Έτσι ενηλικιώνεται και το κοινό μαζί σου... Με λίγα λόγια, του δίνεις το δικαίωμα να σε απορρίψει, γιατί είναι υπεύθυνο απέναντί σου. Αντίθετα, είναι παγίδα να είσαι υπεύθυνος απέναντι στο κόσμο, με την έννοια πως πρέπει να λες συνέχεια ευχάριστα νέα σαν τον "Άγγελο εξάγγελο" για να μην σε πλακώσουν στο ξύλο! Αν υπάρχει μια έννοια "υποχρέωσης", πρέπει να είσαι υποχρεωμένος να είσαι ο εαυτός σου απέναντι στο κοινό και να μην παρουσιάζεις την εικόνα που εκείνοι θέλουν συνέχεια να βλέπουν.

M.C.: Για τον ερχόμενο χειμώνα μπορούμε να ανακοινώσουμε κάτι;
Γ.Δ.: Φυσικά θέλω να εμφανιστώ κάπου. Γίνονται κάποιες ενέργειες για μια συνεργασία, αλλά δεν θέλω να την ανακοινώσω ακόμα γιατί δεν έχουμε βρει ακόμα το χώρο και το χρόνο που θα συμβεί. Όμως μέσα σ' αυτό το χειμώνα σίγουρα θα εμφανιστώ μαζί με κάποιον άλλο καλλιτέχνη.

M.C: Θυμάσαι τη πρώτη σου εμφάνιση στη σκηνή;
Γ.Δ.: Η πρώτη - πρώτη εμφάνιση στη σκηνή ήταν στα χρόνια του πανεπιστημίου.

M.C: Αναπολείς στιγμές απ' τα ανέμελα χρόνια που ζούσες και συμμετείχες σε γκρουπάκια στη Θεσσαλονίκη;
Γ.Δ.: Καμιά φορά σε στιγμές, κυρίως αδυναμίας και παροδικής αποστροφής απ' τα πράγματα, αναπολώ την όρεξη που πάω να χάσω ως τραγουδοποιός και μουσικός. Τελικά από εκείνες τις αναμνήσεις αντλώ δυνάμεις, γιατί ενθυμούμενος τον εαυτό μου πριν από πολλά χρόνια δυναμώνω. Όμως δεν νοσταλγώ εκείνα τα χρόνια... Τώρα νομίζω πως είμαι πολύ καλύτερα. Αν δεν υπήρχαν εκείνα τα χρόνια βέβαια, δεν θα ήμουν αυτό που είμαι τώρα. Ούτε τα αρνιέμαι, αλλά ούτε και τα νοσταλγώ. Η νοσταλγία είναι ένα πολύ ανθρώπινο συναίσθημα, αλλά νομίζω ότι και κάποιες φορές είναι πολύ δεσμευτικό και αρνητικό.

M.C.: Τελικά πως μπορείς να ζήσεις όμορφα σε μια "παράξενη εποχή";
Γ.Δ.: Δεν το λέω, είναι μυστικό! (γέλια) Για να ζεις όμορφα, δεν σημαίνει πως πάντοτε πρέπει να έχεις ένα ηλίθιο χαμόγελο στο πρόσωπό σου. Η ομορφιά της ζωής βρίσκεται στις αντιθέσεις, στις δυσκολίες, στις δοκιμασίες και στα προβλήματα που σου βάζει η ίδια η ζωή... Εκεί είναι το ενδιαφέρον και η άγρια ομορφιά της ζωής. Δεν επιδιώκω να είμαι ευτυχισμένος αλλά ούτε και δυστυχισμένος. Απλά επιδιώκω να είμαι δοκιμασμένος, γιατί μ' αρέσει η ψυχική δοκιμασία μέσα από τα συναισθήματα. Σε κανέναν δεν αρέσει να είναι λυπημένος αλλά παίρνω ως δεδομένο πως όλα τα συναισθήματα - εφόσον το ένα εναλλάσσεται με το άλλο και δεν μιλάμε για ψυχοπαθολογικά αίτια - αποτελούν τη ζωή μας με τελική κατάληξη την οριστική εξάλειψη. Άρα λοιπόν δέχομαι πως και θα κλάψω και θα γελάσω και θα τσαντιστώ και θα θυμώσω και θα χαρώ και θα "σαλτάρω"... Οπότε όλα αυτά οφείλουμε να τα καλυτερέψουμε. Όμως δεν πιστεύω στην οριστική ευτυχία και σε τελευταία ανάλυση, να μνημονεύσω και το φίλο μου το Μανώλη που λέει ότι "η ευτυχία είναι αυτό που περιμένουμε να 'ρθει"!


BAR RESTAURANT CAFE
ΠΑΡΚΟ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (Βασ. Σοφίας) 210.7223784


*** Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο Πάρκο Ελευθερίας στην Βασ. Σοφίας, στο Μέγαρο Μουσικής (Bar-Restaurant-Cafe, τηλ. 210.7223784).

*** Oι φωτογραφίες έχουν τραβηχθεί με ψηφιακή φωτογραφική μηχανή, Olympus.
*** Απαγορεύεται η αναδημοσίευση υλικού (κειμένων ή φωτογραφιών) χωρίς την άδεια του Music Corner.