LOCOMONDO
"Η
εποχή που είχαμε βινύλια και δίσκους ήταν η εποχή
που είχαμε περισσότερο χρόνο και περισσότερη ψυχική
ηρεμία να αφιερωθούμε σε ένα άκουσμα..."
|
H
ιδέα ενός ελληνικού συγκροτήματος με σημείο αναφοράς τη
reggae μουσική οριοθετήθηκε με τη συνάντηση δύο ανθρώπων.
Ο Μάρκος Κούμαρης και ο Γιάννης Βαρνάβας βρέθηκαν
μια μέρα στο στρατό, έγιναν φίλοι, έφτιαξαν τα πρώτα τους
τραγούδια και λόγω κοινών μουσικών επιρροών και κατευθύνσεων,
αποφάσισαν να δημιουργήσουν τους "Locomondo"!
Το όνoμά τους σημαίνει "ένας τρελός κόσμος"
και η πρώτη τους δισκογραφική προσπάθεια, με τον ίδιο ακριβώς
τίτλο, κυκλοφόρησε το Μάρτιο του 2004. Τα τελευταία δύο
χρόνια το group (Μάρκος Κούμαρης - φωνή και κιθάρα, Γιάννης
Βαρνάβας - φωνή και κιθάρα, Σταμάτης Γούλας
- πλήκτρα, Στράτος Σούντρης - drums, Σπύρος Μπεσδέκης -
μπάσο, Θανάσης Ταμπάκης - ηχοληψία και πότε - πότε με τη
συμβολή του Μάνου Θεοδοσάκη και του Αντώνη Ανδρέου στα πνευστά)
δοκιμάζει την επαφή του με το κοινό μέσω των ζωντανών του
εμφανίσεων στην Αθήνα και στην υπόλοιπη περιφέρεια. Αυτό
όμως που τους έδωσε μεγάλη ώθηση ώστε να συζητιούνται έντονα
στο καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας μας, είναι η διασκευή -
έκπληξη της γνωστής "Φραγκοσυριανής" που
εμπεριέχεται στο δεύτερο προσωπικό τους cd "12
μέρες στη Jamaica" που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Ο
τίτλος του είναι απόλυτα αληθινός, καθώς το συγκρότημα είχε
τη μεγάλη ευκαιρία να ηχογραφήσει τα τραγούδια του στο εξωτερικό,
παρέα με τους μουσικούς που κάποτε συνόδευαν ...τον Bob
Marley! Συνδετικός κρίκος και πάρα πολύ καλός δάσκαλος,
όπως οι ίδιοι υποστηρίζουν, για το είδος μουσικής που εκπροσωπούν
και αγαπάνε είναι ο τρομπονίστας Vin Gordon των "Skatalites",
τον οποίο γνώρισαν στη συναυλία του θρυλικού συγκροτήματος
το Νοέμβρη της περασμένης χρονιάς. Σύμμαχοί τους ο παραγωγός
τους Άκης Γκολφίδης και το περιοδικό "Open mind"
που τους πίστεψαν, τους υποστήριξαν απ' το ξεκίνημά τους
και τους βοήθησαν στην υλοποίηση των κινήσεών τους.
M.C.:
Πώς μπλέκονται αρμονικά σε ένα δίσκο ο Mάρκος Βαμβακάρης
με τον Bob Marley;
Μάρκος Κούμαρης: Εγώ
πιστεύω πως αν ζούσαν στην ίδια εποχή, θα έκαναν πολύ καλή
παρέα! Είμαι σίγουρος...!
M.C.:
Θέλω να μου μιλήσετε λίγο για την τελευταία σας εμπειρία
στη Jamaica...
Σταμάτης Γούλας: Kάναμε
το ταξίδι για να γράψουμε το δίσκο και μια εκτέλεση της
"Φραγκοσυριανής" με reggae ήχο ηχογραφημένη στη
Jamaica ήταν κάτι φυσικό να συμβεί. Βέβαια ήταν μια ιδέα
του Μάρκου από πριν, την είχε δουλέψει πολύ πριν το ταξίδι,
το είχαμε παίξει και στις συναυλίες μας...
Μ.Κ.: ...Και είδαμε
ότι είχε πολύ θετική ανταπόκριση. Στα live ερχόταν κόσμος
και μας ρωτούσε πότε θα παίξουμε αυτό το κομμάτι. Μπορούμε
να πούμε πάρα πολλά γι' αυτό και σίγουρα υπάρχουν και αρνητικές
και θετικές απόψεις για το θέμα. Εγώ προσωπικά πέρασα μεγάλο
μέρος της ζωής μου παίζοντας ρεμπέτικα, επειδή ζούσα στη
Γερμανία για σχεδόν 10 χρόνια και αυτή η μουσική με είχε
αγγίξει πάρα πολύ στα χρόνια της μεταεφηβείας μου... Εκτός
από συνδετικός κρίκος με την Ελλάδα, είναι και μια γραμμή
που σε κατευθύνει στο αυθεντικό και μακριά από δήθεν πράγματα.
Αυτοί οι άνθρωποι πραγματικά έλεγαν τα πράγματα με το όνομά
τους. Ακόμα και ο τρόπος που έγραφε στίχους ο Βαμβακάρης
είχε ένα λυρισμό, όμως τελείως λαϊκό. Έτσι δεν χρησιμοποιούσε
δύσκολες λέξεις ή πολύπλοκα μηνύματα. Τα μηνύματά του ήταν
καθαρά και έλεγε απλά πράγματα που πραγματικά σε αγγίζανε.
Έλεγε
αλήθειες, τόσο στα ερωτικά του τραγούδια όσο και στη κριτική
του απέναντι στη κοινωνία. Αυτό στο λέω γιατί ουσιαστικά
η προσέγγιση της "Φραγκοσυριανής" των Locomondo
δεν γίνεται από μία στάση να διακομωδίσουμε το ρεμπέτικο.
Ίσα - ίσα γίνεται από μια στάση σεβασμού απέναντι σ' αυτή
τη μουσική και ιδίως στο Μάρκο Βαμβακάρη. Είναι μεγάλη τιμή
που ο Στέλιος, ο Δομένικος και όλοι οι κληρονόμοι του μας
έδωσαν τα δικαιώματα γιατί μας δείχνουν ότι κατάλαβαν γιατί
το κάνουμε. Από 'κει και πέρα, καμιά φορά υπάρχει αυτό το
ερώτημα "γιατί σε reggae" και εδώ έχω να πω τα
εξής: Ότι η reggae και το ρεμπέτικο, εκτός
ότι είναι όμοια τα δύο πρώτα γράμματα, έχουνε πολλές ομοιότητες
στο τρόπο έκφρασης, σε ποιους απευθύνονταν και στο πώς δημιουργήθηκαν.
Αυτά τα δύο είδη ουσιαστικά εκφράζουν μία κοινωνική τάξη
ανθρώπων που δεν περνάει και πολύ καλά. Η reggae γεννήθηκε
στις φτωχογειτονιές του Kingston και το ρεμπέτικο στις δικές
μας φτωχογειτονιές, στα προσφυγικά, στο Πειραιά και στα
λιμάνια. Για μένα η "Φραγκοσυριανή" σε reggae
είναι κάτι που ίσως θα έπρεπε να το είχανε κάνει κάποιοι
πολύ πιο πριν. Δεν είναι κάτι που είναι τρομερά τολμηρό
για μας... Ξέρεις, υπήρξαν και αρνητικές απόψεις του τύπου
"δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό", "είναι
ορισμένα πράγματα στα οποία δεν πρέπει να πειραματίζεται
κανείς" και άλλα. Αυτό είναι σεβαστό και το καταλαβαίνω.
Για πολλούς ανθρώπους, πρέπει ορισμένα στυλ να παίζονται
όπως είναι. Όμως βρισκόμαστε εβδομήντα χρόνια μετά και μένα
προσωπικά με πονάει να βλέπω μια τόσο ζωντανή μουσική να
παίζεται σε εκδηλώσεις δήμου,όπου οι ακροατές είναι μόνο
είκοσι συνταξιούχοι, μένοντας έτσι μακριά απ' τη νεολαία.
Γιατί στη "Φραγκοσυριανή" πλέον ξεχνάμε καμιά
φορά και για τι μιλάει... Ίσως με αυτό τον τρόπο να δοθεί
σε κάποιον η ευκαιρία να καταλάβει ξανά τι λέει το κείμενο.
Γιατί είναι ένα απίστευτο ερωτικό τραγούδι, κάποιος βλέπει
μια πολύ όμορφη κοπέλα και παθαίνει πλάκα...
M.C.:
Αλήθεια, δεν φοβηθήκατε να εκφραστείτε με ένα είδος μουσικής
που ως άκουσμα στην Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα οικείο;
Μ.Κ.: Και ποιοι ενδεχομένως
θα ήταν οι κίνδυνοι;
M.C.:
Δεν ξέρω, αλλά φαντάζομαι πως όταν κάποιος πρωτοεμφανιζόμενος
καλλιτέχνης κάνει την είσοδό του στην δισκογραφία, σκέφτεται
να καταπιαστεί με ένα είδος μουσικής που θεωρείται πιο "βατό"
για τα ελληνικά δεδομένα.
Μ.Κ.:
Λοιπόν, πρόσεξε να δεις... Σε πολλά ταμπλό μπορούμε
να θέσουμε την απάντηση: Η μία είναι ότι ζούμε σε μια εποχή
που οι μουσικές συγχωνεύονται, καθότι το internet μας φέρνει
πιο κοντά. Ξαφνικά ένας Αφρικανός μπορεί να ακούσει γιαπωνέζικη
μουσική και ένας Νοτιοαμερικάνος μπορεί να ακούσει μουσική
των Εσκιμώων. Οι μουσικές έχουν μια τάση να συναντούν η
μία την άλλη, με σκοπό να γίνονται καινούργιες μίξεις αυτών
των ειδών. Μην ξεχνάμε ότι όλες οι μεγάλες μουσικές τελικά
προήλθαν από αιμομιξίες μουσικές: Και το ρεμπέτικο είναι
μια μουσική που ουσιαστικά προήλθε από τη βίαιη μετακίνηση
κάποιων πληθυσμών στη Μικρά Ασία, οι οποίοι έφεραν τη μουσική
τους και συνάντησαν το τότε μουσικό στοιχείο
της Στερεάς Ελλάδας. Σίγουρα οι συγχωνεύσεις είναι κάτι
που θα το συναντήσουμε στο μέλλον, άρα μπορεί να είμαστε
εκτός πραγματικότητας σε ένα βαθμό αλλά σε κάποιο άλλο βαθμό
μπορεί να ήμαστε και μπροστά από τη πραγματικότητα. Μια
απ' τις πιο ζωντανές μουσικές σκηνές αυτή τη στιγμή στην
Ευρώπη παίρνει reggae, ska και hip - hop στοιχεία και ουσιαστικά
εκφράζεται σε όλες τις γλώσσες των μεταναστών που ζουν εκεί,
από νοτιοαμερικάνικα και αλγερινά μέχρι μαροκινά και βάσκικα.
Αυτό το κίνημα στην Ευρώπη έχει τρομερή άνθιση. Στην Ελλάδα
σίγουρα αυτή τη στιγμή δεν είναι ένα πάρα πολύ αναγνωρισμένο
είδος... Αλλά στην Ελλάδα σίγουρα πριν είκοσι χρόνια δεν
υπήρχε και ροκ με ελληνικό στίχο, κάτι που σίγουρα σήμερα
το θεωρούμε απόλυτα κατεστημένο. Αυτό φυσικά δεν είναι προϊόν
μιας σκέψης υπολογισμένης, με τη σκέψη ότι "αυτό θα
κάνουμε για να τα αρπάξουμε", αλλά ότι σε όλους μας
αρέσει η reggae μουσική. Ιδίως ο μπασίστας μας, ο Σπύρος
Μπεσδέκης, έχει μια δισκογραφία εκπληκτική και τρομερές
γνώσεις πάνω στο είδος. Άμα τον βάλεις π.χ να παίξει χασαποσέρβικο
δεν θα το παίξει, αλλά θα σου παίξει όλα τα κομμάτια σε
όλες τις εκτελέσεις! Οπότε αυτό είναι το θέμα: Έχουμε αυτές
τις επιρροές, τις βάζουμε μέσα μας και προσπαθούμε να κάνουμε
το δικό μας νέο ήχο, που φιλοδοξούμε σε κάποια χρόνια να
αναγνωρίζεται ως ήχος "Locomondo"!
M.C.:
Θεωρείτε πως σήμερα υπάρχει ο απαιτούμενος χώρος για δισκογραφικές
δουλειές που εκφράζουν τη προσωπική αισθητική νέων ανθρώπων;
Μ.Κ.: Το ερώτημα δεν
είναι αν υπάρχει στη δισκογραφία ο χώρος, γιατί η δισκογραφία
κινείται με το αν υπάρχει ζήτηση στη νεολαία. Το πρόβλημα
είναι αν η νεολαία σήμερα έχει την ανάγκη για μια τέτοιου
είδους μουσική ή η νεολαία έχει ανάγκη να την διασκεδάσεις
και να της πεις τραγούδια που θα την κάνουν να χορέψει,
αλλά να σκεφτεί περαιτέρω και για κάποια άλλα πράγματα.
Το ροκ, αυτό που λέμε rock 'n' roll, δεν νοείται
χωρίς αυτό το πράγμα. Το rock 'n' roll ήταν ζωντανή δυνατή
μουσική, ένα μήνυμα κοινωνικοκριτικό και αντιπολεμικό, γυναίκες
και ναρκωτικά. Σήμερα, κατά τη δική μου άποψη, αυτή τη στιγμή
φαίνεται να έχει μείνει μόνο η φλούδα... Κάποιες εταιρείες
έχουν καταλάβει ότι αν πουλήσουν το περιτύλιγμα πολύ καλά,
θα καταφέρουν να προσεγγίσουν τη νεολαία βγάζοντας από μέσα
τον πυροκροτητή της βόμβας για να μην έχουν προβλήματα.
Για μένα το τελευταίο συγκρότημα που υπήρξε και είχε πολιτικό
μήνυμα ήταν οι Nirvana και αυτή τη στιγμή ο μόνος
για μένα ζωντανός άνθρωπος, ο οποίος εκφράζει το rock 'n'
roll, είναι ο Manu Chao. Όμως απ' την άλλη πλευρά,
ο Manu Chao έχει τρομερή απήχηση στην Ελλάδα. Απλά πιστεύω
ότι με τη τρομερή δύναμη που έχουν πλέον τα μέσα μαζικής
ενημέρωσης, είναι δύσκολο οι νέοι να έχουν κίνητρα για να
ακολουθήσουν μια τέτοια πορεία και να γοητευτούν από τη
μουσική στο βαθμό που λες. Παρόλα αυτά, εμείς είμαστε αισιόδοξοι
γιατί βλέπουμε ότι υπάρχει πάρα πολύς κόσμος, και στην Αθήνα
και στην επαρχία, που μας ενθαρρύνουν σ' αυτό που κάνουμε.
Ίσως αυτή τη στιγμή το οικονομικό αντίκρυσμα να μην είναι
αυτό που έχουν κάποιοι καλλιτέχνες που κάνουν πιο mainstream
πράγματα, αλλά εμείς πιστεύουμε ότι αργά ή γρήγορα αυτό
θα αλλάξει... Ήδη θεωρούμε ότι είναι μεγάλη τιμή για μας
που πήγαμε στη Jamaica και που αυτή τη στιγμή έχουμε
προοπτικές να παίξουμε και στο εξωτερικό και στην Ευρώπη
και εκτός Ευρώπης, και στον Καναδά και στην Αμερική. Στο
εξωτερικό βλέπεις ότι groups σαν και μας στην Ευρώπη κάνουν
πάρα πολλά. Σην Ελλάδα δεν υπάρχει τέτοια σκηνή, αλλά μακάρι
να δημιουργηθεί. Είμαστε αλληλέγγυοι με όλα τα groups που
κανουν κάτι ανάλογο, με σκοπό να δημιουργήσουμε μία τέτοια
σκηνή που θα φέρει λίγο νέο αίμα και λίγη νέα κίνηση στο
τρόπο διασκέδασης...
Μου
εξηγούν πως οι ζωντανές τους εμφανίσεις είναι μια φιέστα
και μια γιορτή. Τα μηνύματα είναι μάλλον λίγο καμουφλαρισμένα,
αλλά ο Μάρκος μου τονίζει χαρακτηριστικά
πως αυτό που τους ενδιαφέρει να συμβαίνει και είναι ιδιαίτερα
σημαντικό γι' αυτούς είναι "η αποκαθήλωση της ντίβας"!
Υπάρχουν βραδιές που, όπως μου λέει ο Σταμάτης, ο κόσμος
συμμετέχει ενεργά, ανεβαίνει στη σκηνή και τραγουδάει μαζί
τους, χορεύει, ιδρώνει, διασκεδάζει και τα δίνει όλα. Στη
τελική ανάλυση αυτό είναι και το ζητούμενό τους, το επίκεντρο
να είναι το κοινό και όχι εκείνοι... Η επόμενη εμφάνισή
τους θα πραγματοποιηθεί στο "Gararin" την επόμενη
Παρασκευή 18 Νοεμβρίου, όπου πρόκειται να "ανοίξουν"
μια απ' τις δύο συναυλίες των "Γουέηλερς" στο
ροκ στέκι της οδού Λιοσίων.
Τους
ρωτώ για το μέλλον της μουσικής βιομηχανίας στη χώρα μας
και μου απαντούν πως το κύριο στοιχείο πρέπει να είναι η
κατανόηση της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή. "Δεν
μπορείς να έχεις ένα cd 20 Ευρώ, όταν ο άλλος παίρνει 20
Ευρώ μεροκάματο... Γενικώς όμως αυτό που βλέπω είναι ότι
όλα πηγαίνουν προς το οπτικοακουστικό. Η εποχή που είχαμε
βινύλια και δίσκους ήταν η εποχή που είχαμε περισσότερο
χρόνο και περισσότερη ψυχική ηρεμία να αφιερωθούμε σε ένα
άκουσμα. Οι παρέες πριν από μας που είναι τώρα 40-45 χρονών,
βρισκόντουσαν στο σπίτι του τάδε και άκουγαν μουσική. Αυτό
σήμερα δεν υφίσταται..."
Για
να επικοινωνήσετε μαζί τους, επισκεφθείτε το www.locomondo.gr
για να μάθετε περισσότερες λεπτομέρειες και πληροφορίες
για τη μουσική τους διαδρομή, να δείτε φωτογραφίες τους,
να παίξετε παιχνίδια, να ενημερωθείτε για παραπλήσια links
σχετικά με τη reggae μουσική στην Ελλάδα και να στείλετε
τις απόψεις σας σε όλα τα μέλη ξεχωριστά με τη βοήθεια του
ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
*
Ποια νέα πρόσωπα θέλετε να φιλοξενήσουμε στη στήλη μας;
Περιμένω τις δικές σας προτάσεις στο k.mathioudaki@musiccorner.gr
* Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο Πάρκο Ελευθερίας στην
Βασ. Σοφίας, στο Μέγαρο Μουσικής (Bar-Restaurant-Cafe, τηλ.
210.7223784).
|