Τραγούδι
: "Γενέθλια"
Στίχοι : Στέλιος Μπικάκης
Σύνθεση : Στέλιος Μπικάκης, Γιάννης Σεισάκης
Ερμηνευτής : Νότης Σφακιανάκης
Οι
μαντινάδες είναι ένα από τα ελάχιστα δείγματα λαϊκής
δημιουργίας που υπάρχουν σήμερα.
Χρόνια πριν, η λαϊκή ποίηση και τα δημοτικά τραγούδια
αποτελούσαν τρόπο ζωής σε όλη την Ελλάδα. Το στοιχείο
που κάνει την κρητική μαντινάδα να είναι μοναδική είναι
ότι συνεχίζει να δημιουργείται ακόμη και στις μέρες μας.
Η
πολιτισμική έκφραση σιγά σιγά αρχίζει να εξαφανίζεται
στη χώρα μας. Αυτό οφείλεται στην αλλαγή του τρόπου ζωής,
στους νέους τρόπους εκδήλωσης ψυχολογικών αναγκών. Κυρίως
όμως οφείλεται στην ατροφία της πνευματικής παιδείας και
στην τεχνολογική εξέλιξη που αναπτύσει τη νοητική σε βάρος
της πνευματικής μας υπόστασης.
Η Κρήτη στο θέμα των μαντινάδων αποτελεί - προς το παρόν
- εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα μουσικών έργων.
Για τους δημιουργούς
Από
την έρευνα που έκανα για τους δημιουργούς Μπικάκη
και Σεισάκη, κατάλαβα πως πρόκειται για καλλιτέχνες
που ακολουθούν μοναχική πορεία στο χώρο της μουσικής.
Αν και έχουν αρκετό έργο να δείξουν (ειδικά ο Μπικάκης
για τον οποίο βρήκα και περισσότερα δείγματα δισκογραφικής
δουλειάς) επιλέγουν από άποψη να μην μετέχουν στο γενικότερο
καλλιτεχνικό κύκλωμα αλλά να υπηρετούν τη μουσική αγνά
και με το δικό τους τρόπο.
Για όσους αγαπάτε αυτό το είδος μουσικής θα πρότεινα να
αναζητήσετε τις δισκογραφικές τους δουλειές. Αξίζουν ακροάσεως.
Για
τον ερμηνευτή
Είχα
ακούσει τα χειρότερα των σχολίων για τη συμπεριφορά και
τη γενικότερη ιδιορρυθμία του Νότη Σφακιανάκη (ο
οποίος για την ιστορία έχει ρίζες από την Κρήτη αλλά κατάγεται
από την Κω).
Όταν λοιπόν ένα απόγευμα - πέρυσι την άνοιξη - πέρασα
από το στούντιο Sofita για να συναντήσω ένα γνωστό μου
και άκουσα ότι ο Νότης θα ερχόταν σε λίγο για να διορθώσει
κάποιο μέρος στην εκτέλεση του τραγουδιού "Μάτια
μου θάλασσες", βιάστηκα να τα μαζεύω και να φεύγω,
φοβούμενη ό,τι πιθανόν να ενοχληθεί για την παρουσία άγνωστης
στο χώρο ηχογράφησης του ακυκλοφόρητου - τότε - cd του
"Με
αγάπη ό,τι κάνεις".
Όσοι ήταν παρόντες φρόντισαν να με καθησυχάσουν λέγοντας
πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αλλά δεν με έπεισαν. Αποφάσισα
να καπνίσω ένα τσιγάρο και να φύγω. Αν όσα είχα ακούσει
για κείνον ήταν στο ελάχιστο αλήθεια, το τι θα ακολουθούσε
δεν θα ήταν για κανέναν ευχάριστο.
Ευτυχώς
δεν έφυγα εγκαίρως. Πριν προλάβω να βρω αναπτήρα ο Νότης
είχε φτάσει στο στούντιο. Χαιρέτησε όλους τους παρευρισκόμενους,
μου συστήθηκε ευγενέστατα και ενημερώθηκε από τους συνεργάτες
του για την πορεία των μουσικών εργασίων. Ήταν κουρασμένος
λόγω των ημερήσιων υποχρεώσεων που είχε με την οικογένειά
του. Βλέποντας με να κρατώ το τσιγάρο και να ψάχνω την
τσάντα μου, φρόντισε να βρει ο ίδιος αναπτήρα αλλά να
μου φέρει και ένα τασάκι από το διπλανό χώρο. Δεν προσποιήθηκε
τον ευγενή. Του βγήκε αυθόρμητα, καθαρά και φιλότιμα.
Έμεινα να τελειώσω το λόγο της επισκέψεώς μου και για
να τον παρατηρήσω προσπαθώντας να καταλάβω που κρύβει
την "αγένεια" για την οποία τον κατηγορούν.
Αυτό που είδα ήταν έναν άνθρωπο ο οποίος ανέφερε στους
συνεργάτες του τις ημερήσιες δουλειές που έκανε με τη
σύζυγό του και τους προβληματισμούς του για τη νέα του
δουλειά.
Νομίζω πως μάλλον κάποια πράγματα στη συμπεριφορά του
έχουν μεγαλοποιηθεί και διογκωθεί τόσο ώστε η αλήθεια
έχει κρυφτεί πίσω από την παρεξήγηση.
Ούτε τραμπουκισμοί, ούτε νταηλίκια, ούτε ειρωνίες. Εγώ
συνάντησα ένα "άρχοντα" - όπως ακριβώς τον αποκαλούν
οι θαυμαστές του. Έναν άνθρωπο με άποψη που φαίνεται από
την ιδιαίτερη εμφάνιση του και ακούγεται από τον ευγενικό
τρόπο που μιλά στους συνανθρώπους του.
Το
θέμα "Ο καημός από τα χτυπήματα της ζωής".
Μαντινάδα
ονομάζουμε τα δίστιχα (ως επί των πλείστων δεκαπεντασύλλαβα)
ιαμβικού ρυθμού που αποτελούνται από ημιστίχια τα οποία
ομοιοκαταληκτούν το τρίτο με το τέταρτο. Όταν ο στιχουργός
ομοιοκαταλήξει και άλλα ημιστίχια αυτό συμβαίνει προς
αύξηση της έντασης στο ρυθμό του λόγου.
Η λέξη μαντινάδα είναι παρασύνθετη (για να θυμιθώ λίγο
και την Γ' δέσμη) από τις λέξεις μαντεύω-ομαι και άδω.
Είναι δηλαδή το ποίημα στο οποίο αποκαλύπτω συναισθήματα
και προβληματισμούς.
Στο
τραγούδι που μας αφορά ο δημιουργός περιγράφει τον καημό
της ζωή του σε όλη την πορεία της. Από τη γέννηση του
νιώθει ότι μια αδικία τον κατατρέχει και δεν τον αφήνει
να ορθοποδήσει. Εκείνος όμως δυνατός σα βράχος, μπορεί
κάποιες φορές να λυγίζει όμως δεν πέφτει με τα μούτρα
ποτέ.
Ο στίχος είναι εκφραστικός με πλούσιο λεξιλόγιο που δεν
επαναλαμβάνεται. Από τις λίγες φορές που η μουσικότητα
ακολουθεί την ποίηση. Λόγος με περίσσευμα εικόνων, παραστάσεων
και καταστάσεων. Δεν παραθέτω καμία φράση από τη μαντινάδα
μέσα στο άρθρο γιατί το καλύτερο είναι να διαβάσετε τους
εξαιρετικούς στίχους από την αρχή ως το τέλος.
Ακόμη
και αν δεν είστε από τους θαυμαστές των κρητικών μαντινάδων
αλλά αγαπάτε τη μουσικότητα του λόγου σας προτρέπω να
αναζητήσετε και να αποκτήσετε ως στολίδι στη δισκοθήκη
σας, δουλειές με περιεχόμενο από τη λαϊκή και δημοτική
μας παράδοση.
Να
περνάτε καλά και τραγουδάτε όποτε βρίσκεται ευκαιρία!
Μάρθα
Μανώλη
martha@musiccorner.gr
Γενέθλια
Στα
μονοπάτια του καημού
στη γέφυρα του στεναγμού
μ' έκανε η μάνα μου,
μια φθινοπωρινή βραδιά
ζωή την κρύα σου καρδιά
είδαν τα μάτια μου.
Με
κουδουνίστρες πλαστικές
όμορφες και χρωματιστές
με νανουρίσανε
και τα ματάκια τα μικρά
είδαν του κόσμου τ' αγαθά
και συμφωνήσανε.
Ηταν
το γάλα μου πικρό
και το νεράκι μου γλυφό
που με μεγάλωνε.
Κι απέναντι στην κούνια μου
η μοίρα η κακούργα μου
και με καμάρωνε.
Ηταν
το κλάμα μου μουντό
σαν κάτι να 'θελα να πω
μα δε με νιώσανε.
Μια λυπημένη αναπνοή
Για την πουτάνα τη ζωή
που μου χρεώσανε.
Έτσι
ξεκίνησα λοιπόν έτσι ξεκίνησα!
Δε με ρωτήσανε ζωή μα σε συνήθισα!
Σαν πληγωμένο αετόπουλο στο χώμα,
ψάχνω τη δύναμη να κρατηθώ ακόμα!
Πάνω
σε λάσπες και καρφιά
στου άδικου κόσμου τη φωτιά
πρωτοπερπάτησα.
Ισορροπία σταθερή
για να προλάβω τη ζωή
όμως την πάτησα.
Μόνο
το Αλφα και το Χι
στην σχολική μου εποχή
πρωτοσυλλάβισα.
Γι' αυτό το ΑΧ και το γιατί
όπου βρεθώ μ' ακολουθεί
και ας σαραντάρησα.
Ετσι
περνούσε ο καιρός
και 'γω στο δρόμο μου σκυφτός
έκανα όνειρα.
Έτυχε να 'μαι απ'αυτούς
που κολυμπάνε στους αφρούς
και στα λασπόνερα.
Στάζει
το αίμα της ψυχής
σαν τις σταγόνες της βροχής
όμως ποιος νοιάζεται;
Και την αόρατη πληγή
που μέσα μου αιμμοραγεί
ποιος τη μοιράζεται;
Έτσι
ξεκίνησα λοιπόν έτσι ξεκίνησα!
Δε με ρωτήσανε ζωή μα σε συνήθισα!
Σαν πληγωμένο αετόπουλο στο χώμα,
ψάχνω τη δύναμη να κρατηθώ ακόμα.
Έτσι
ξεκίνησα λοιπόν έτσι ξεκίνησα
Άλλα μου δείξανε και άλλα εγώ αντίκρυσα!
Θεέ μου ας ήξερα ποια μέρα θα πεθάνω
και του θανάτου μου γενέθλια να κάνω!